οι μετακινήσεις του σημείου συναρμολόγησης της Αντίληψης της Γαίας
Πότε ο Υπερίων Ήλιος Φαέθων γίνεται Απόλλων;
Πριν από 12.000 χρόνια με τη βύθιση του τελευταίου κομματιού της Ατλαντίδος και τον πρώτο Άθλο του Ηρακλή το Λιοντάρι της Νεμέας την Εποχή του Λέοντα.
Το σημείο αντίληψης της Γαίας θα κάνει ένα μεγάλο ταξίδι από το Θιβέτ την Ινδία Βαβυλωνία Μεσοποταμία Αίγυπτος Ελλάδα Αρκαδία την Τροία την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία μέχρι την Νέα Ατλαντίδα ΗΠΑ.
Ο Απόλλων θα εκδιώξει τον Δράκο Πύθωνα , παλαιό αυτόχθον Ον της Λεμουρίας από την Πυθώ και για τον λόγο αυτό θα τιμωρηθεί με δουλεία. Θα γίνει δούλος στον Λαομέδοντα κτίζοντας τα τείχη της Τροίας μαζί με τον Ποσειδώνα φυσικά και, τα ιερατεία τα μετaτλαντικά θα κάνουν δούλους τους ανθρώπους μέσω της θρησκείας για να θησαυρίζουν ληστρικά.
Η Τροία πέφτει την Εποχή του Κριού ( ….οι Τροίες πέφτουν πάντα ) και την Εποχή των Ιχθύων αρχίζει η Οδύσσεια του Ελληνισμού και η επιστροφή του Φωτός στη χώρα που γεννήθηκε την Χώρα των Λεόντων με την λεοντόκαρδη καρδιά την Υδροχόο Ελλάδα, την Εποχή του Υδροχόου και την Κερυνίτιδα Έλαφο από τους Άθλους του Ηρακλή
Α. Κάτω από τον αστερισμό του Απόλλωνος
Η Οδύσσεια μας επαναλαμβάνει ότι κατοικούμε στο βασίλειο του Απόλλωνα όπου το τόξο και η λύρα είναι το ίδιο όργανο. Το τόξο που πληγώνει χτυπάει το λαιμό στις ρώγες του στήθους σφάζει και σκοτώνει φέρνει στον κόσμο την ίδια μουσική αρμονία με την λύρα όταν την πιάνουν στα χέρια ο Απόλλωνας ο Δημόδοκος και η Φήμιος. Τώρα γνωρίζουμε το πρώτο πρόσωπο του τόξου
Το φονικό.
Μόλις ο Οδυσσέας εγκαινιάσει την μακρά ευτυχή βασιλεία του θα γνωρίσουμε το δεύτερο
Την τάξη και την ευτυχία της δημιουργίας.
Το όνομα του τόξου είναι βίος και βίος σημαίνει ζωή
έργο του είναι ο θάνατος… έλεγε ο Ηράκλειτος. Όταν η Ευρύκλεια μπαίνει στην καταματωμένη αίθουσα και βλέπει τον Οδυσσέα βουτηγμένο στο αίμα και τους μνηστήρες σωριασμένους κάτω θέλει να φωνάξει από χαρά
αλλά ο Οδυσσέας τη συγκρατεί.
Κράτησε την χαρά σου μέσα φυλάξου από τις κραυγές δεν είναι κιόλας σωστό μπροστά στους σκοτωμένους να καυχιέσαι.
Λέει και εκείνος δεν χαίρεται δεν κομπάζει ούτε το όνομα του φωνάζει αλλά σέβεται με ευγνώμονα ψυχή το πεπρωμένο που τον συνέτρεξε.
Ο Πόλεμος στην Ιλιάδα δεν είναι τίποτα άλλο από μια αναγκαιότητα μια σιδερένια αδήριτη αναγκαιότητα. Ο άνθρωποι πιάνουν το σπαθί το ακόντιο τις πέτρες και πολεμούν. Δεν υπάρχει τίποτα μέσα τους μόνο ο ορμητικός αυτοματισμός του πεπρωμένου. Πόλεμος μόνο πόλεμος η σκοτεινιά η πυρκαγιά ο πάταγος του σίδερου το αδυσώπητο ου ουρανού και του πεπρωμένου.
Ο πόλεμος δεν γνωρίζει όρια ούτε σταματημούς ούτε φρένο ούτε αντιπάλους.
Όταν οι Έλληνες και οι Τρώες έρχονται αντιμέτωποι η κραυγή τους κατανικά
το βουητό της θάλασσας και υψώνεται στο ακρογιάλι. Ο πόλεμος νικάει τα φυσικά φαινόμενα αλλά στην φύση υπάρχει η ίδια καταστροφική δύναμη η ίδια αναγκαιότητα που μανιάζει στην πεδιάδα της Τροίας.
Η παπαρούνα σκύβει το κεφάλι καθώς το βαραίνει η ανοιξιάτικη δροσιά.
Η λευκά με τα πυκνά κλαριά της πέφτει καταγής μέσα στην σκόνη και ξεραίνεται κοντά του στου ποταμού την όχθη. Η ελιά φορτωμένη άσπρά ανθάκια ξεριζώνεται από τον ξαφνικό ανεμοστρόβιλο.
Οι νέοι πολεμιστές που πέφτουν μπροστά στην θάλασσα είναι και αυτοί παπαρούνες
και λεύκες ξεριζωμένες από τον αέρα. Οι προηγούμενες ζωές τους οι γονιοί η γυναίκα τα παιδιά όλα σβήνονται.
Έτσι λοιπόν δεν υπάρχει καμία διαφορά ανάμεσα στην φύση και στον άνθρωπο και οι δυο εύθραυστοι και μπορούν να πληγωθούν και να χαθούν από τον πόλεμο και από την βία των πραγμάτων. Δεν μένει παρά να τους θρηνήσουμε.
Ο Όμηρος τους θρηνεί, η μοίρα των θυμάτων αποστάζει μια απαλή τρυφερότητα που γλυκαίνει την παγκόσμια αναγκαιότητα. Καμία φορά η φύση μένει ανέγγιχτη κανένα σπαθί κανένα ακόντιο πολεμιστή κανένας αέρας καμία φωτιά δεν την βιάζουν. Οι άνεμοι γαληνεμένοι το χειμωνιάτικο χιόνι πέφτει ασταμάτητα τα αστέρια διακρίνονται τριγύρω από το λαμπρό φεγγάρι καθώς βασιλεύει άπνοια και διαγράφονται τα φαράγγια οι κορφές των λόφων οι κοιλάδες και ένας απέραντος χώρος ανοίγεται κάτω από τον ουράνιο θόλο.
Συχνά ο Όμηρος εισάγει μια αντιθετική εικόνα κομμάτι και αυτή του εαυτού του
αντίθετη στο κομμάτι που έχει εγκλωβιστεί η μάχη,
την εικόνα του βοσκού.Ο βοσκός είναι ολότελα ξένος προς τον πόλεμο δεν τον βλέπει δεν τον γνωρίζει
Στην Ιλιάδα ποτέ δεν λείπει τούτη η φωνή ή το μακρινό βλέμμα που υπάρχει στο βάθος των άλλων φωνών και έτσι η Ιλιάδα ανοίγει ην δυτική φιλολογία κάτω από τον αστερισμό της πιο απόλυτης δικαιοσύνης.
Νικητές και νικημένοι είναι εξίσου κοντά στην ψυχή μας όλοι τους είναι εικόνες της αναγκαιότητας που τους κλαίμε με τρυφερότητα και τους βλέπουμε με το μάτι του βοσκού.
Η Οδύσσεια δεν έχει αυτή την αμεροληψία και κάνει διάκριση μεταξύ καλών και κακών φίλων και εχθρών.
Το κλάμα που ανέβρυζε στην Ιλιάδα για τις λεύκες τις ελιές ή τις παπαρούνες θύματα της φύσης δεν αναβρύζει πια και ούτε ένα δάκρυ δεν σταλάζει πάνω στους μνηστήρες και στους συντρόφους του Οδυσσέα.
Ούτε για μια στιγμή δεν πρέπει να λησμονήσουμε ότι η Οδύσσεια γράφτηκες εν ονόματι
αλλά, και από την πλευρά του πεπρωμένου, για τα θύματα του πεπρωμένου δεν υπάρχει παρά μια περαστική στιγμή και σωριάζεται κατευθείαν όταν ο Οδυσσέας κλαίει για την μοίρα της Τρωαδίτισσας δούλας και για την δική του μοίρα στο παλάτι του Αλκίνοου.
Το βλέμμα του βοσκού χάνεται από την σκηνή.
Εκείνο το μακρινό μάτι, το ξένο σε κάθε μοίρα, σε κάθε νίκη ή ήττα το οποίο κοιτάζει τη σελήνη και τις καταιγίδες δεν διεισδύει ποτέ μέσα στα τόσα βλέμματα στην Οδύσσεια.
Έτσι καμιά φορά το ποίημα του Οδυσσέα μας μοιάζει ανυπόφορα απάνθρωπο
όπως κάθε κείμενο που το έχει υπαγορεύσει το πεπρωμένο.
Ελεύθερη απόδοση από τον βιβλίο του Πιέτρο Τσιτάτι
Η πολύχρωμη σκέψη του Οδυσσέα.
Οι πολεμιστές της Λάϊον
διαβάζουν κείμενα του πεπρωμένου
κάτω από τα αστέρια και τον αστερισμό του Λέοντα
και την 21η ραψωδία την Ομηρική.
Υδροχόος Λέων
Άρτεμις Απόλλων
Ελλάς Υδροχόος το κέντρο ισορροπίας της Γαίας
το νησί των Φαιάκων Αλκίνοες Πολιτείες
Αστραία