Ο τελευταίος των Παλαιολόγων


Αυτή είναι η Βυζαντινή «Αυτοκρατορία» τη στιγμή της πτώσης της. Μία Πόλη με Τείχη ανατολικά και λίγα στην Πελοπόννησο …… ερημωμένα χωριά


και ο καλύτερος των Παλαιολόγων
Ο καλύτερος σε χαρακτήρα θάρρος ανδρεία, γιατί οι υπόλοιποι είχαν προδοτικό παλιοχαρακτήρα

Ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Δραγάσης Παλαιολόγος (8 Φεβρουαρίου 1405 – 29 Μαΐου 1453) ήταν ο τελευταίος βασιλεύων Ρωμαίος (Βυζαντινός) αυτοκράτορας, σερβικής καταγωγής από την μητέρα του, ως μέλος της δυναστείας των Παλαιολόγων ( ιταλικής καταγωγής κατά Θ. Σπανδωνή ) αλλά και ο πρώτος και τελευταίος αυτοκράτορας που πήρε τον τίτλο «Βασιλεύς των Ελλήνων», από το 1449 έως το θάνατό του που έπεσε μαχόμενος κατά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης (1453).
Γεννήθηκε στις 8 Φεβρουαρίου του 1405 στην Κωνσταντινούπολη και ήταν το όγδοο από τα δέκα παιδιά του Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγου και της Ελένης Δραγάση, κόρης του Σέρβου ηγεμόνα Κονσταντίν Ντράγκας Ντεγιάνοβιτς. Αγαπούσε πολύ τη μητέρα του και για αυτό πρόσθεσε το επώνυμό της (Δραγάση) δίπλα στο δικό του, όταν ανέβηκε στον αυτοκρατορικό θρόνο. Ήταν ο νεότερος αδελφός του Ιωάννη Η΄ Παλαιολόγου Αυτοκράτορα των Ρωμαίων και του Θεόδωρου Β´ Παλαιολόγου, δεσπότη του Μυστρά.

Συχνά αναφέρεται ως πορφυρογέννητος· ελάχιστα είναι γνωστά για την παιδική του ηλικία. Πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της νεότητάς του στην Κωνσταντινούπολη υπό την επίβλεψη των γονιών του. Επίσης για τη φυσική του εμφάνιση δεν είναι τίποτα γνωστό. Σε νεαρή ηλικία εκπαιδεύτηκε στο κυνήγι, την ιππασία και την πολεμική τέχνη.

Το 1436 ο Κωνσταντίνος με τον αδελφό του Θεόδωρο Β´ πήγαν στην Κωνσταντινούπολη για να συζητήσουν με τον μεγαλύτερο αδελφό τους Ιωάννη Η´ για το ποιος θα τον αντικαταστήσει όσο θα λείπει στη Σύνοδο της Φλωρεντίας για την ένωση των εκκλησιών. Τελικά επιλέχθηκε να διοριστεί ως συναυτοκράτορας ο Κωνσταντίνος, επειδή αν και νεότερος του Θεοδώρου ήδη θεωρούνταν πιο άξιος ως διάδοχος του θρόνου. Ο Κωνσταντίνος μετέβη στην πρωτεύουσα, επιβιβαζόμενος στην Κάρυστο της Ευβοίας σε ένα από τα πλοία, που έστειλε ο Πάπας Ευγένιος Δ΄ από την Κρήτη με προορισμό την Κωνσταντινούπολη. Οι ευθύνες του Κωνσταντίνου ως αντιβασιλέα έληξαν την 1η Φεβρουαρίου του 1440, όταν επέστρεψε ο αδελφός του από την Ιταλία.

Καθυστέρησε όμως να επιστρέψει στο Μυστρά, επειδή σκεπτόταν να ξαναπαντρευτεί. Τελικά μετά από μεσολάβηση του πιστού συνεργάτη του Γεώργιου Σφραντζή νυμφεύθηκε την Αικατερίνη Γατελούζου στις 27 Ιουλίου 1441 στη Μυτιλήνη και γύρισε στο Μυστρά τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους.

Τον Ιούλιο του 1442 αναχώρησε εκ νέου εσπευσμένα από το Μυστρά, για να βοηθήσει τον αδελφό του στην Κωνσταντινούπολη, που την πολιορκούσαν προδοτικά ο αδελφός του Δημήτριος Παλαιολόγος με τους Οθωμανούς.

Περνώντας από τη Λέσβο για να πάρει τη γυναίκα του, εγκλωβίστηκε από τον οθωμανικό στόλο στη Λήμνο. Πολιορκήθηκε για 27 μέρες στο Παλαιόκαστρο (Μύρινα) όπου από την ταραχή της πέθανε η έγκυος Αικατερίνη. Αν και οι Βενετοί έστειλαν στόλο για να τον πάρουν, τελικά κατόρθωσε να σπάσει την πολιορκία και να φτάσει στην Κωνσταντινούπολη το Νοέμβριο του ίδιου έτους. Τον Ιούνιο του 1443 ο αδελφός του Θεόδωρος από τον Μυστρά τού πρότεινε να του δώσει το δεσποτάτο και να πάρει τη Σηλυβρία. Τελικά τον Οκτώβριο του 1443 ο Κωνσταντίνος ανέλαβε δεσπότης του Μυστρά, που τότε ήταν το κέντρο της τέχνης και του πολιτισμού, που ανταγωνιζόταν την Κωνσταντινούπολη.

Ως φιλενωτικός είχε και την εκτίμηση της Ρώμης. Αφιερώθηκε με ζήλο στη διοικητική και στρατιωτική αναδιοργάνωση του δεσποτάτου, με απώτερο σκοπό την ενίσχυση της άμυνας της Πελοποννήσου έναντι της οθωμανικής απειλής. Μετά από πρόταση του περίφημου διδασκάλου του, Γεωργίου Γεμιστού τού λεγόμενου Πλήθωνα, οικοδόμησε τα τείχη του Εξαμιλίου στον Ισθμό της Κορίνθου.
Όμως το Νοέμβρη του 1446 ο Μουράτ Β΄ οργάνωσε μία μεγάλη εκστρατεία εναντίον του με 50.000-60.000 στρατό. Ο Κωνσταντίνος δεν είχε ούτε τους μισούς κι έστειλε για διαπραγματεύσεις το Γεώργιο Χαλκοκονδύλη, αλλά ο Μουράτ τον συνέλαβε και τον έβαλε φυλακή. Ο Κωνσταντίνος με την υποστήριξη του αδελφού του Θωμά Παλαιολόγου απέρριψε τους ταπεινωτικούς όρους που του ζήτησε ο Μουράτ κι ετοιμάστηκε για μάχη. Με το νέο του πυροβολικό ο σουλτάνος στις 10 Δεκεμβρίου κατέστρεψε το φρούριο στο Εξαμίλιο, την Κόρινθο, τη Σικυώνα(Κιάτο) και τα περίχωρα της Πάτρας (όχι όμως και την ακρόπολή της που την υπερασπίτηκαν οι ντόπιοι), σκοτώνοντας τους Έλληνες κι αρβανίτες υπερασπιστές τους

Ο Κωνσταντίνος αναγκάστηκε να ζητήσει ειρήνη και να γίνει φόρου υποτελής στον Σουλτάνο
Ως Αυτοκράτορας

Μετά τον θάνατο του Ιωάννη Η΄ τον Οκτώβριο του 1448, οι δυνητικοί διάδοχοι του θρόνου της Κωνσταντινούπολης ήταν ο Κωνσταντίνος και τα μικρότερα αδέλφια του Δημήτριος και Θωμάς, όμως ο Κωνσταντίνος ήταν ο πιο ευνοημένος του τελευταίου Αυτοκράτορα, ο οποίος και το είχε δηλώσει λίγο πριν αποβιώσει. Αυτό επιθυμούσε και η μητέρα του Ελένη Δραγάτση.

Η Αυτοκράτειρα έστειλε τον Αλέξιο Φιλανθρωπηνό Λάσκαρι, τον Μανουήλ Παλαιολόγο Ίαγρο και τον Θωμά Παλαιολόγο για να αναγγείλουν δημόσια και να στέψουν το νέο Αυτοκράτορα. Έτσι στέφθηκε αυτοκράτορας των Ρωμαίων και Βασιλεύς των Ελλήνων στον Μυστρά (6 Ιανουαρίου 1449) Εκκλησιαστική τελετή στέψης στην Αγία Σοφία στην Κωνσταντινούπολη δεν έγινε ποτέ, διότι ο Κωνσταντίνος δεν απέρριπτε την ένωση και κάτι τέτοιο θα προκαλούσε την εξέγερση των ανθενωτικών.

Άλλωστε, ο ίδιος ο υπέρ της Ένωσης των Εκκλησιών Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γρηγόριος Γ΄ αναγκάστηκε, λόγω της λαϊκής αποδοκιμασίας, να αφήσει την έδρα του και να καταφύγει το 1451 στη Ρώμη.

(Αξίζει πάντως να ληφθεί υπόψη ότι σύμφωνα με έργο, γραμμένο στα ιταλικά, από τον Έλληνα ιστορικό Θεόδωρο Σπανδωνή, το οποίο βρήκε και δημοσίευσε ο Κωνσταντίνος Σάθας, οι Παλαιολόγοι κατάγονταν από το Viterbo της Ιταλίας).

Όπως και να είναι, αρχικά ο Κωνσταντίνος απευθύνθηκε στον Βενετό διοικητή των Χανίων για να του παραχωρήσει πλοίο για να μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη, αλλά τελικά έφτασε στις 12 Μαρτίου 1449 με καταλανικό πλοίο.

Η βασιλεία του διήρκεσε τέσσερα χρόνια, τέσσερις μήνες και εικοσιτέσερις ημέρες.

Μεταξύ των πρώτων ενεργειών του ήταν η δρομολόγηση ανακωχής με τους Τούρκους και ο προσεταιρισμός της ανθενωτικής παράταξης. Στους πρώτους μήνες της διακυβέρνησής του ζήτησε να αυξηθούν οι φόροι στα εισαγόμενα από τους Βενετούς προϊόντα και εκείνοι αναζήτησαν συμμαχία στον Μωάμεθ Β΄.
Η αναζήτηση συζύγου με σκοπό τη διαιώνιση της Παλαιολόγειας δυναστείας είχε απασχολήσει τον Κωνσταντίνο ΙΑ´, από τότε που ήταν στον Μυστρά. Είχε στείλει απεσταλμένο στον βασιλιά Αλφόνσο Ε´ της Αραγωνίας με σκοπό τη σύναψη συμμαχίας μέσω γάμου. Μία πρόταση αφορούσε το γάμο με τη Βεατρίκη, κόρη του Πέδρο, αδελφού του Αλφόνσου Ε´. Επίσης γι’ αυτό το σκοπό πήγε απεσταλμένος στο βασίλειο της Γεωργίας και την αυτοκρατορία της Τραπεζούντας.

Ο Σφραντζής επίσης είχε την ιδέα να νυμφευθεί ο Κωνσταντίνος τη θετή μητέρα του Μωέμεθ Β´ και χήρα του Μουράτ Β΄, τη Μαρία ή Μάρα Μπράνκοβιτς, κόρη του Σέρβου δεσπότη Γεωργίου Μπράνκοβιτς, ο οποίος και βολιδοσκοπήθηκε. Όμως η ίδια η Μαρία δεν ήθελε. ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

Τελικά ο Κωνσταντίνος πέθανε χήρος και χωρίς απογόνους.
Ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος θεωρείται από κάποιους εθνομάρτυρας και αποκαλείται συχνά και ανεπίσημα ως «εθνικός ήρωας» αν και δεν έχει ανακηρυχθεί άγιος από την Ορθόδοξη Εκκλησία που έχει υπερ αγιοποίηση ανύπαρκτα και ιστορικά πρόσωπα καταχρηστικά με ασυμμάζευτη θρησκευτική μανία

Ο μόνος που θα το άξιζε….

Αστραία

Ο αχαλίνωτος δράκος του Μομφερράτου

Τα σύμβολα της μαρκιωνίας του Μομφερράτου στα τέλη του 15ου αιώνα

Ο Οίκος των Παλαιολόγων του Μομφερράτου

και το Βασίλειο της Θεσσαλονίκης

Οι Παλαιολόγοι του Μομφερράτου ήταν μια Ιταλική ευγενής οικογένεια του Μεσαίωνα, κλάδος από την Δυναστεία των Παλαιολόγων που κυβερνούσε τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ο γενάρχης του κλάδου Θεόδωρος Α΄ του Μομφερράτου ήταν δεύτερος γιος του Βυζαντινού αυτοκράτορα Ανδρόνικου Β΄ του Παλαιολόγου ( αυτός που κατήργησε το βυζαντινό ναυτικό )από τη δεύτερη σύζυγο του Γιολάντα του Μομφερράτου μετονομασθείσα σε Ειρήνη, η οποία εγκατέλειψε την Κωνσταντινούπολη με τους γιους της και εγκαταστάθηκε στην Θεσσαλονίκη, από όπου δεν έπαψε να μηχανορραφεί σε βάρος του συζύγου της. Απεβίωσε εκεί το 1317.Ο Θεόδωρος ο Α  κληρονόμησε την Μαρκιωνία του Μομφερράτου από την μητέρα του (1306).
Ο Οίκος των Αλεράμιτσι, στον οποίο ανήκε η Γιολάντα, κυβέρνησε το Μομφερράτο και το Βασίλειο της Θεσσαλονίκης, ένα από τα Σταυροφορικά κράτη που δημιουργήθηκε γύρω από τη Θεσσαλονίκη στην Δ΄ Σταυροφορία (1204). Οι Βυζαντινοί ανακατέκτησαν την Θεσσαλονίκη (1224), αλλά η οικογένεια Αλερμάμιτσι εξακολουθούσε να διεκδικεί τον βασιλικό τίτλο. Ο Αυτοκράτορας Ανδρόνικος Β΄ Παλαιολόγος ήθελε να κάνει αδιαμφισβήτητα τα δικαιώματά του στην Θεσσαλονίκη και νυμφεύτηκε σε δεύτερο γάμο την Γιολάντα, σε μία προσπάθεια να αντιμετωπίσει τις απειλές των υποψήφιων διεκδικητών, που ήθελαν να επιτεθούν στην Αυτοκρατορία. Την ίδια εποχή η Γιολάντα έγινε διάδοχος στη μαρκιωνία του Μομφερράτου, όταν ο αδελφός της Ιωάννης Α΄ του Μομφερράτου απεβίωσε χωρίς παιδιά (1305)· διάδοχοί του έγιναν τα δικά της παιδιά.
Όταν ο Θεόδωρος Α΄ ταξίδευσε στην Ιταλία για να διεκδικήσει τα δικαιώματά του, πολλοί συντηρητικοί Βυζαντινοί φοβήθηκαν ότι η οικογένεια του Αυτοκράτορα θα «εκλατινιστεί» και θα ασπαστεί την Καθολική Εκκλησία. Οι Παλαιολόγοι του Μομφερράτου εξακολούθησαν να κατέχουν Ελληνικά ονόματα, όπως Θεόδωρος ή Σοφία, το ίδιο και πολλοί αριστοκράτες που τους ακολούθησαν· έδωσαν ελάχιστη σημασία στα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στην ανατολική Μεσόγειο. Το 1453 η δυναστεία των Παλαιολόγων εκθρονίστηκε με την Άλωση της Κωνσταντινούπολης (1453), ωστόσο οι Παλαιολόγοι του Μομφερράτου εξακολούθησαν να κυβερνούν την μαρκιωνία για άλλον έναν αιώνα, μέχρι την εποχή που τους αντικατέστησε ο Οίκος των Γκοντζάγκα, αφότου πέθανε ο τελευταίος εκπρόσωπος της οικογένειας Ιωάννης-Γεώργιος του Μομφερράτου (1533). Ο κλάδος εξέλιπε, όταν απεβίωσε η τελευταία εκπρόσωπος της οικογένειας Μαργαρίτα Παλαιολογίνα (1566),. Εξακολουθούσαν να υπάρχουν ωστόσο μέσω νόθων και εκ θηλυγονίας κλάδων σε σημαντικές βασιλικές δυναστείες, όπως ο Οίκος της Σαβοΐας.
Μέχρι το 1224 μόνο η πόλη της Θεσσαλονίκης είχε μείνει στο Βασίλειο. Εκείνη την χρονιά ο Θεόδωρος της Ηπείρου κατέλαβε και τη Θεσσαλονίκη και κατέλυσε αυτό το σταυροφορικό κράτος. Το Βασίλειο της Θεσσαλονίκης είχε ζωή μόνον είκοσι χρόνων. Στην μεγαλύτερη έκτασή του απλωνόταν από την Μοσυνόπολη, στη Θράκη, μέχρι τις Θερμοπύλες κατά μήκος των ακτών, αλλά ποτέ δεν απέκτησε ισχυρό έλεγχο στην ενδοχώρα, καθώς απειλούνταν συνεχώς από τα βόρεια και τα δυτικά, δηλαδή σε όλο σχεδόν το μήκος των χερσαίων συνόρων του. Ο Οίκος του Μομφερράτου συνέχισε να έχει διεκδικήσεις στη Θεσσαλονίκη και μέλη του έφεραν τον τίτλο τού Βασιλιά της Θεσσαλονίκης μέχρι το 1284.
Βασιλιάς της Θεσσαλονίκης
Οι Σταυροφόροι είχαν βεβαιώσει τον Βονιφάτιο ότι θα είναι ο πρώτος Λατίνος Αυτοκράτορας της Κωνσταντινούπολης αλλά οι Βενετοί και ο δόγης έβαλαν βέτο και πρώτος αυτοκράτορας εξελέγη ο Βαλδουίνος Α΄. Ο Βονιφάτιος εξοργίστηκε και για να τον εξευμενίσουν του έδωσαν το Βασίλειο της Θεσσαλονίκης και περιοχές της Κρήτης. Η πρόφαση ήταν ότι ο μικρότερος αδελφός του Βονιφάτιου Ρενιέ είχε αποκτήσει χάρη στο γάμο του με τη Μαρία Κομνηνή (1180) τον τίτλο του καίσαρα και την περιοχή της Θεσσαλονίκης, τα δικαιώματα του κληρονόμησε ο Βονιφάτιος.
Οι Θεσσαλονικείς μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης παραδόθηκαν χωρίς αντίσταση, ζήτησαν μονάχα διατήρηση των προνομίων τους και ο Βονιφάτιος δέχτηκε. Το βασίλειο της Θεσσαλονίκης με ιδρυτή τον Βονιφάτιο διατηρήθηκε 20 χρόνια, οι κάτοικοι αρχικά τον υποδέχτηκαν ευνοϊκά αλλά όταν σφετερίστηκε τις κατοικίες των αρχόντων για να τις μοιράσει στους ιππότες του ο πληθυσμός στράφηκε εναντίον του.
Τον Αυγούστο του 1204, στην Αδριανούπολη της Θράκης, ο Βονιφάτιος υπέγραψε την εκχώρηση της Κρήτης στον δόγη της Βενετίας Ερρίκο Δάνδολο έναντι 1000 αργυρών μάρκων, ή 5000 χρυσών δουκάτων.
Κατάληψη της νότιας Ελλάδας
Με την «Διανομή των εδαφών της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας» (1204) το βασίλειο της Θεσσαλονίκης περιελάμβανε όλη την ηπειρωτική Ελλάδα και την περιοχή των Αθηνών, στα τέλη του 1204 ο Βονιφάτιος πορεύθηκε νότια για να ολοκληρώσει την κατάκτηση. Συνοδευόταν από τη σύζυγό του Μαργαρίτα και τον Μανουήλ γιο του πρώην αυτοκράτορα Ισαάκιου Β΄ ντυμένο με αυτοκρατορική πορφύρα για να προσεγγίσει τους υπηκόους του. Ο άρχοντας Λέων Σγουρός επιχείρησε να αντισταθεί στη Θεσσαλία αλλά απέτυχε. Ο Βονιφάτιος κατέλαβε τη Στερεά Ελλάδα, συνέλαβε αιχμάλωτο τον πρώην αυτοκράτορα Αλέξιο Γ΄ Άγγελο και μοίρασε τα εδάφη του σε υποτελείς του. Η πορεία του ήταν θριαμβευτική, η Θήβα έπεσε, η Αθήνα και η Ακρόπολη Αθηνών έπεσαν χωρίς αντίσταση. Η πόλη είχε παραμεληθεί τελείως από τους Βυζαντινούς και είχε μείνει χωρίς διοίκηση. Η «θρυλούμενη και χρυσή πόλη των Αθηνών», η «πάλαι μεν μήτηρ σοφίας παντοδαπής και πάσης καθηγεμών αρετής», στις παραμονές της Δ΄ Σταυροφορίας καταπιεσμένη από τους φόρους και την απληστία των αρχόντων και λησμονημένη είχε χάσει σύμφωνα με τον Μιχαήλ Χωνιάτη την παλαιά της δόξα και είχε μεταβληθεί σε μικρό και «αοίκητο» χωριό. Εξουθενωμένη και από τους πολέμους κατά του Λέοντα Σγουρού παραδόθηκε στους Φράγκους χωρίς αντίσταση
Μομφερράτο και Κωνσταντινούπολη
Ο Γουλιέλμος Θ΄ του Μομφερράτου.
Ο βασιλικός οίκος του Μομφερράτου είχε από παλιά στενές σχέσεις με τους Αυτοκράτορες: ο Μανουήλ Α΄ Κομνηνός πάντρεψε την κόρη του Μαρία Κομνηνή με τον Ρενιέ του Μομφερράτου και του έδωσε δώρο την Θεσσαλονίκη. Ο αδελφός τού Ρενιέ Βονιφάτιος ο Μομφερρατικός -ένας από τους αρχηγούς της Δ΄ Σταυροφορίας- εκμεταλλεύτηκε την οικογενειακή αυτή σύνδεση, για να καταλάβει την Θεσσαλονίκη (1204). Ο δεσπότης της Ηπείρου ανακατέλαβε την πόλη (1224), αλλά οι Αλεράμιτσι εξακολουθούσαν να είναι διεκδικητές βασιλείς της Θεσσαλονίκης.
Όταν ο Γουλιέλμος Ζ΄ του Μομφερράτου πάντρεψε την κόρη του Γιολάντα με τον Ρωμαίο Αυτοκράτορα Ανδρόνικο Β΄ Παλαιολόγο, της έδωσε σαν προίκα τους τίτλους σχετικά με τα υποτειθέμενα δικαιώματά του στον θρόνο της Θεσσαλονίκης, αλλά είναι ασαφές αν ήθελε να τα δώσει στον σύζυγό της, που κυβερνούσε την περιοχή σαν αυτοκράτορας. Η Γιολάντα διατήρησε τη θέση της στη διαδοχή της μαρκιωνίας του Μομφερράτου: ήταν δεύτερη σε σειρά μετά τον αδελφό της Ιωάννη, που πέθανε χωρίς παιδιά,. Με τον γάμο της πήρε το Ορθόδοξο όνομα Ειρήνη. Ο πραγματικός λόγος που ο Ανδρόνικος Β΄ νυμφρεύτηκε την Ειρήνη ήταν, ότι ήθελε να εξασφαλίσει όλα τα δικαιώματα στη Θεσσαλονίκη απέναντι στη Δύση.  Η τακτική του Ανδρόνικου Β΄ ήταν να αποκτήσει όλα τα δικαιώματα των δυτικών διεκδικητών μέσω γάμων, έτσι έκανε επιπλέον -αποτυχημένη- προσπάθεια να νυμφεύσει τον μεγαλύτερο γιο του Μιχαήλ Θ΄ με την Αικατερίνη Α΄ του Κουρτεναί, διεκδικήτρια της Λατινικής Αυτοκρατορίας. Με τις γαμήλιες διαπραγματεύσεις ο Γουλιέλμος Ζ΄ πήρε από τον Ανδρόνικο 6.000 λίβρες, που είχε έσοδα ο ίδιος και ο πατέρας του Μιχαήλ Η´ Παλαιολόγος, το Μομφερράτο δήλωνε ότι «ανήκαν στην μαρκιωνία». Ο Ανδρόνικος Β΄ αποδέσμευσε επίσης 500 Βυζαντινούς στρατιώτες που ζούσαν στην Λομβαρδία, οι οποίοι μπήκαν στις υπηρεσίες του μαρκησίου, που βρισκόταν εκείνη την εποχή σε πόλεμο με τους Καπετίδες-Ανζού. Ο γάμος ανάμεσα στον Ανδρόνικο Β΄ και την Ειρήνη έδωσε απροσδόκητο δώρο στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορική οικογένεια: τον θρόνο του Μομφερράτου.

Έργα και ημέρες των  Βυζαντινών Παλαιολόγων….. χάνοντας  την Ελλάδα την Αθήνα και Θεσσαλονίκη  σε βασιλικούς  γάμους και πανηγύρια  του αχαλίνωτου δράκου

Αστραία

Ο Οίκος των Παλαιολόγων του Μομφερράτου 
Οι Παλαιολόγοι του Μομφερράτου
Μαρκιωνία του Μομφερράτου
Βασίλειο της Θεσσαλονίκης
Θεόδωρος Α΄ του Μομφερράτου
γιος του Ανδρόνικου Β΄ με δεύτερη σύζυγο τη Γιολάντα του Μομφερράτου
Βονιφάτιος ο Μονφερρατικός

Game Thrones Παλαιολόγων

Ο δρόμος για τον θρόνο στρωμένος με μικροψυχία και ανοησία στη Βυζαντινή  Θεοκρατορία

Ιωάννης Ε’ Παλαιολόγος (1341-1391), γιος του Ανδρόνικου Γ’
Ανδρόνικος Δ’ Παλαιολόγος (1376-1379), πρωτότοκος γιος του Ιωάννη Ε’
Ιωάννης Ζ’ Παλαιολόγος (1390), γιος του Ανδρόνικου Δ’

Η θέσις των παρ’ ημίν πολιτευομένων πολύ ομοιάζει την των αυτοκρατόρων της Βυζαντινής Ρώμης, οίτινες προς κατάληψιν του θρόνου συνεμάχουν μετά Φράγκων, Τούρκων και Βουλγάρων, εις ους αυτοί τε και οι υπήκοοι αυτών επλήρωνον έπειτα λύτρα.
Εμμανουήλ Ροΐδης
Ο Ιωάννης Ε´ Παλαιολόγος  μόνος και απελπισμένος
Ο απελπισμένος αυτοκράτορας το ταξίδι στη Δύση για δανεικά, το προσκύνημα στον Πάπα, η πώληση της Τενέδου, το πραξικόπημα του γιου του το πραξικόπημα του εγγονού του η συμμαχία υποτέλεια με τους Τούρκους η λιγοψυχία προλεταριάτου της Θεσσαλονίκης η αηδία η αυτοεξορία ο θάνατος.
Μετά την παραίτηση του Ιωάννη ΣΤ´, ο Ιωάννης Ε´ ξεκινά την αυτόνομη διακυβέρνησή του με επιθετική τακτική. Αποφάσισε ότι μοναδικός τρόπος ριζικής αντιμετώπισης του κινδύνου των Τούρκων ήταν η εξολόθρευσή τους.
Στον Πάπα
Αρχικά απευθύνθηκε στον Πάπα Ιννοκέντιο το 1355, ζητώντας στρατιωτική βοήθεια, με αντάλλαγμα την υποταγή της Ανατολικής Εκκλησίας στη Ρώμη. Η προσπάθειά του αυτή δεν είχε κανένα αποτέλεσμα, ούτε ως προς το μέτωπο των Τούρκων, αλλά ούτε σε ό,τι αφορά την ένωση των Εκκλησιών. Εν τω μεταξύ, οι Τούρκοι προήλαυναν ακάθεκτοι στη Θράκη, τη Μακεδονία, την Αλβανία, τη Σερβία και τη Βουλγαρία.
Στην Ουγγαρία
Ο Αυτοκράτορας αποφάσισε το 1364 να ξεκινήσει νέα διπλωματική προσπάθεια στη Δύση, ξεκινώντας από τον Λουδοβίκο της Ουγγαρίας, στον οποίο πήγε αυτοπροσώπως. Μια τέτοια κίνηση θα ήταν αδιανόητη για έναν Βυζαντινό Αυτοκράτορα, όχι όμως για τον ηγέτη του υπό κατάρρευση κράτους του 14ου αιώνα. Ο Ούγγρος ηγεμόνας ζήτησε την άμεση και άνευ όρων υποταγή της Ανατολικής Εκκλησίας ως προαπαίτηση για οποιαδήποτε συμφωνία.
Όμηρος των Βουλγάρων
Γνωρίζοντας το ανέφικτο μιας τέτοιας δέσμευσης, έφυγε απογοητευμένος, αλλά καθ’ οδόν τον περίμεναν νέα δεινά. Οι Βούλγαροι αρνήθηκαν να του επιτρέψουν τη διέλευση, κρατώντας τον ουσιαστικά όμηρο. Μόνο η επέμβαση του εξαδέλφου του Αμεδαίου της Σαβοΐας του εξασφάλισε την επιστροφή.
Το ταξίδι στη Ρώμη και τη Βενετία το προσκύνημα
Το 1367 ξεκίνησε νέα περιοδεία. Προορισμός του η Ρώμη, όπου ήταν αποφασισμένος να δηλώσει την προσωπική του υποταγή στη ρωμαιοκαθολική εκκλησία, προκειμένου να εξασφαλίσει κάποια βοήθεια. Στη Ρώμη υπέγραψε τις απαραίτητες συμφωνίες και, υποκλινόμενος, προσκύνησε τον πάπα Ουρβανό. Στη Ρώμη, άφησε αποστολή ιεραρχών, με επικεφαλής το μοναχό Ιωάσαφ, τον πρώην αυτοκράτορα Ιωάννη ΣΤ΄ Καντακουζηνό, ένθερμο υποστηρικτή της ένωσης.
Η πώληση της Τενέδου
Στην επιστροφή του, πέρασε από τη Βενετία. Εκεί, ο Δόγης Ανδρέα Κονταρίνι το φιλοξένησε υποτυπωδώς. Στις συνομιλίες τους, συμφώνησαν την επιστροφή των αυτοκρατορικών κοσμημάτων και κάποιες χρηματικές και ναυτικές ενισχύσεις, με αντάλλαγμα τη νήσο Τένεδο. Στη συμφωνία του αυτή αντέδρασε ο πρωτότοκος γιος του Ανδρόνικος Δ´ Παλαιολόγος, ήδη συναυτοκράτορας, επηρεασμένος από τους συμμάχους του Γενουάτες. Κατά τη στιγμή της αναχώρησής του από τη Βενετία, διαπίστωσε ότι δεν είχε καν αρκετά χρήματα για το ταξίδι της επιστροφής. Μόνο η εσπευσμένη έλευση του άλλου γιου του Μανουήλ (μετέπειτα αυτοκράτορα Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγου), μαζί με ικανό ποσό, μπόρεσε να του εξασφαλίσει την επιστροφή.
Η προέλαση των Τούρκων
Τον ίδιο καιρό, συνεχίζονταν οι δυσμενείς διεθνείς συγκυρίες – και κυρίως η προέλαση των Τούρκων. Ήταν τώρα η σειρά των Σέρβων να γνωρίσουν συντριπτικές ήττες, πρώτα στη Μαριτσά το 1371, και αργότερα στο Κόσοβο το 1389. Οι εχθροί των Τούρκων στη Βαλκανική είχαν εξολοθρευτεί.
Η υποτέλεια στους Τούρκους
Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν ο Ιωάννης να αναγκαστεί να δηλώσει την υποτέλειά του στο Σουλτάνο Μουράτ Α΄, με υποχρεώσεις καταβολής φόρων αλλά και παροχής στρατιωτικών ενισχύσεων κατά τις ανάγκες του. Είναι ίσως από τις πικρότερα ειρωνικές στιγμές του Βυζαντίου, ο Αυτοκράτορας που ξεκίνησε αποφασισμένος για την εξόντωση των Τούρκων να καταλήξει μέσα σε είκοσι χρόνια υποτελής τους. Χαρακτηριστικό ήταν το γεγονός ότι ο γιος του Μανουήλ, βρέθηκε πολλές φορές όμηρος στα χέρια των Τούρκων.
Τα πραξικοπήματα εναντίον του
Την απουσία του πατέρα του μέχρι το 1369 εκμεταλλεύτηκε ο Ανδρόνικος Δ΄ για να κάνει αρχικά αποτυχημένο πραξικόπημα το 1373, αλλά επιτυχημένο το 1376, συλλαμβάνοντας και φυλακίζοντας τον Ιωάννη και το Μανουήλ. Το 1379 τους απελευθέρωσαν οι Τούρκοι και οι Βενετοί, σταθερά εχθροί του Ανδρόνικου. Στον Ανδρόνικο Δ΄ δόθηκε μια περιοχή στη Σηλυμβρία, όπου βασίλεψε έως το 1385, οπότε και πέθανε.
Το θλιβερό θρησκόληπτο προλεταριάτο της Θεσσαλονίκης
Ως μέρος της ίδιας συμφωνίας, ο Μανουήλ διορίστηκε κυβερνήτης της Θεσσαλονίκης. Η πόλη πολιορκήθηκε από το 1383 έως το 1387 από τους Τούρκους, και ο Μανουήλ αποδείχθηκε άξιος υπερασπιστής της. Τη χρονιά αυτή, ο λαός της πόλης ζήτησε να παραδοθεί στον εχθρό και να αποφύγει την παραδοσιακή σφαγή και λεηλασία. Αηδιασμένος ο Μανουήλ από αυτή τη λιποψυχία, εγκατέλειψε τη Θεσσαλονίκη και αυτοεξορίστηκε στη Λήμνο.

Ο γάμος

Έτσι οκτώ ημέρες μετά την στέψη του πατέρα της στην Κωνσταντινούπολη, στις 28/29 Μαΐου 1347 η 13ετής Ελένη παντρεύτηκε τον 15ετή Ιωάννη Ε’. Όταν το 1391 απεβίωσε ο Ιωάννης Ε’, η σύζυγός του έγινε μοναχή στη μονή της Κυρά Μάρθας στην Κωνσταντινούπολη με το όνομα Υπομονή, όπου απεβίωσε το Νοέμβριο του 1396.

Το 1390, ο γιος του Ανδρόνικου Δ΄, ο Ιωάννης Ζ΄ Παλαιολόγος, με την υποστήριξη των Γενουατών, πραγματοποίησε με τη σειρά του πραξικόπημα και έριξε τον παππού του. Το κίνημά όμως αυτό καταπνίγηκε γρήγορα και παππούς και εγγονός επέστρεψαν στα καθήκοντά τους ως υποτελείς του Σουλτάνου.
Με ασυγκράτητη την επέλαση των Τούρκων και καμία ουσιαστική επιτυχία, το βυζαντινό κράτος έχει ήδη συρρικνωθεί σε ένα βασίλειο ήσσονος σημασίας. Μέσα στο τραγικό αυτό κλίμα και με το βασίλειό του στο χείλος της κατάρρευσης, ο Ιωάννης πέθανε το 1391.

Ο Ανδρόνικος Δ΄ Παλαιολόγος  ο ανόητος

ο πρωτότοκος υιός του Ιωάννη Ε’ και της Ελένης Καντακουζηνής καιροσκόπος ματαιόδοξος μία κενόδοξη προσωπικότητα, που αδημονούσε για την αυτόνομη άσκηση της εξουσίας, μιας και ο πατέρας του ήταν μόλις 16 χρόνια μεγαλύτερός του. Είχε νυμφευθεί την κόρη του Βουλγάρου τσάρου Ιβάν Αλεξάνδρου των Σισμάν, κυρά Μαρία και διατηρούσε φιλικές σχέσεις με το διάσημο αστρολόγο Αβράμιο.
Ο Ανδρόνικος Δ΄ αρχικά επιχείρησε να εκμεταλλευτεί την απουσία του πατέρα του σε διπλωματική περιοδεία στο εξωτερικό έως το 1369. Οι αποτυχημένες διαπραγματεύσεις με τον Λουδοβίκο A΄ των Καπετιδών-Ανζού της Ουγγαρίας, η αισχρή για το λαό υποταγή του Ιωάννη Ε΄ στον πάπα Ουρβανό και η ένδεια του αυτοκράτορα κατά την επίσκεψή του στη Βενετία για διευθέτηση οφειλών, δημιουργούσαν στην πρωτεύουσα κλίμα απογοήτευσης και αγανάκτησης προς τον απροκάλυπτα δυτικόφιλο πατέρα του Ιωάννη Ε΄. Ο Ανδρόνικος Δ΄ δεν φανέρωσε έμπρακτα τις προθέσεις του. Όμως αδράνησε προκλητικά, όταν ουσιαστικά ο πατέρας του ήταν όμηρος των Βουλγάρων (Βίντιν, 1366) και χρειάστηκε η επέμβαση του Αμεδαίου ΣΤ΄ κόμη της Σαβοΐας (εξαδέλφου του Ιωάννη Ε΄) για να ελευθερωθεί, αλλά και όταν ο Ιωάννης Ε΄ ζήτησε οικονομική βοήθεια, ενώ βρισκόταν στη Βενετία, η συνδρομή του ευπειθούς Μανουήλ ήταν που τελικά έδωσε τη λύση. Επιπρόσθετα οι σχέσεις πατέρα και πρωτότοκου γιου ψυχράθηκαν περισσότερο, επειδή ο Ιωάννης Ε΄ συμφώνησε με τους Βενετούς την παραχώρηση της νήσου Τενέδου, μήλο της έριδας μεταξύ των μεγάλων ιταλικών ναυτικών δυνάμεων Βενετίας και Γένοβας, με την οποία Γένοβα συνεργαζόταν μυστικά ο Ανδρόνικος Δ΄.
Η σύγκρουση με την πατρική εξουσία
Η πρώτη ένοπλή του προσπάθεια να καταλάβει την εξουσία το 1373 απέτυχε. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να φυλακιστεί μαζί με το γιο του Ιωάννη, αφού τιμωρήθηκαν με τύφλωση. Η εκτέλεση της εντολής δεν επέφερε βέβαια πλήρη τύφλωση, μια και σε διάστημα σχεδόν δύο χρόνων η όραση των κρατουμένων επανήλθε σε τέτοια επίπεδα, ώστε να διεκδικήσουν την εξουσία. Με τη βοήθεια λοιπόν των Γενουατών απέδρασε ο Ανδρόνικος και οργάνωσε πραξικόπημα που επέτυχε (Μάιος του 1376). Συνέλαβε και φυλάκισε τον Ιωάννη Ε’ και τον αδελφό του Μανουήλ. Κάθισε στο θρόνο από το 1376 μέχρι το 1379, παρεμβάλλοντας τη βασιλεία του σε αυτή του πατέρα του. Το 1379 Ιωάννης Ε’ και Μανουήλ απελευθερώθηκαν, πιθανόν από τους Τούρκους και τους Βενετούς, σταθερά εχθρούς του Ανδρόνικου, λόγω της φιλικής προς τους Γενουάτες πολιτικής του. Μετά από συμβιβασμό, στον Ανδρόνικο αποδόθηκε ο τίτλος του συναυτοκράτορα και του παραχωρήθηκε μια περιοχή στη Σηλυμβρία, καθώς και δικαίωμα διαδοχής στο βυζαντινό θρόνο από το γιο του Ιωάννη. Πέθανε το 1385 στις 28 Ιουνίου.

Ο Ιωάννης Ζ´ Παλαιολόγος ο μικρόψυχος εγγονός

Γιος του Ανδρονίκου Δ’ και της συζύγου του κυράς Μαρίας των Σισμάν
Αυτοκράτορας για λίγους μήνες
Ο Ιωάννης Ζ´ είχε νόμιμα δικαιώματα στο θρόνο με βάση τη συμφωνία που είχε επιτύχει (1381) ο πατέρας του Ανδρόνικος Δ’, τα οποία όμως αμφισβητήθηκαν με τη νέα σύγκρουση με τον πατέρα του λίγο πριν το θάνατό του (1385). Κατέλαβε την εξουσία τον Απρίλιο του 1390 με πραξικόπημα κατά του παππού του Ιωάννη Ε’ Παλαιολόγου, τον οποίο κατόρθωσε να περιορίσει σε θέση πολιορκούμενου σε ένα μικρό φυλάκιο κοντά στη Χρυσή Πύλη της Κωνσταντινούπολης. Το πραξικόπημα έγινε τη νύχτα της 14ης Απριλίου με τη βοήθεια του Σουλτάνου Βαγιαζήτ Α΄, ο οποίος επιθυμούσε την ανατροπή του Ιωάννη Ε’, κυρίως για να προκαλέσει στο Βυζάντιο εσωτερική αναταραχή προς δικό του όφελος. Σύμμαχοι του Ιωάννη Ζ’ ήταν και οι Γενουάτες, σταθερά αντίπαλοι του Ιωάννη Ε’ και διαρκώς συντασσόμενοι με τον Ανδρόνικο Δ’. Είχε προηγηθεί μάλιστα ταξίδι του Ιωάννη Ζ’ στη Γένουα το 1389 προς αναζήτηση πολιτικής υποστήριξης έναντι του θείου του Μανουήλ.
Ανατροπή
Ενώ, λοιπόν, ο Ιωάννης Ε’ υπερασπιζόταν το φυλάκιο, ο υιός του Μανουήλ Β’ κατόρθωσε να ξεφύγει και να καλέσει βοήθεια από τους Ιωαννίτες Ιππότες της Ρόδου. Έτσι, το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους ο Ιωάννης Ε’ επανέκτησε την εξουσία. Αμέσως μετά τον τερματισμό του πραξικοπήματος και την αποκατάσταση του Ιωάννη Ε’, ο Ιωάννης Ζ’ αλλά και ο Μανουήλ κλήθηκαν από τον Βαγιαζήτ (βάσει των όρων υποτέλειας που είχε συμφωνήσει ο Ιωάννης Ε’) να συμμετάσχουν στην επόμενη στρατιωτική εκστρατεία των Τούρκων, κατά της Φιλαδέλφειας, που μέχρι εκείνη την ώρα ήταν σε Βυζαντινά χέρια. Βρέθηκαν έτσι σε κοινό στρατόπεδο, μαχόμενοι εναντίον του ίδιου του βυζαντινού κράτους. Ενώ βρίσκονταν στη Μ.Ασία τους αναγγέλεται (1391) η είδηση για το θάνατο του, απελπισμένου πια, Ιωάννη Ε’. Έτσι έμεναν μόνοι διεκδικητές του θρόνου ο Ιωάννης και ο Μανουήλ.
Άμυνα της πολιορκημένης πρωτεύουσας
Ο σουλτάνος Βαγιαζήτ Α’ όμως δε δίστασε να αποκλείσει και να πολιορκήσει την Κωνσταντινούπολη, με πρόσχημα τη θέλησή του να αποκαταστήσει το νεαρό Ιωάννη. Ο κλοιός γύρω από την πόλη έγινε ασφυκτικότερος μετά την αποτυχημένη Σταυροφορία του 1396, που τερματίστηκε με τη συντριπτική νίκη του σουλτάνου στη μάχη της Νικόπολης το ίδιο έτος. Το 1399 εισήλθε πανηγυρικά ο Ιωάννης Ζ’ στην Πόλη, χωρίς όμως να επιτρέψει την παράδοσή της στους Οθωμανούς. Ο ίδιος τέθηκε επικεφαλής της άμυνας, ενώ ο Μανουήλ κατέφυγε στη Δύση με σκοπό να συγκεντρώσει πολύτιμη βοήθεια. Όλοι περίμεναν το θαύμα, το οποίο ήρθε με τη μορφή του Ταμερλάνου: το 1402 ο Βαγιαζήτ λύνει την πολιορκία για να αντιμετωπίσει τη Χρυσή Ορδή και ηττάται στην Άγκυρα.
Ας αφήσουμε στους ψευδορήτορες τους μάταιους λόγους για τον ειρηνισμό, την αδελφοσύνη και άλλες αυταπάτες, που φέρνουν στη μνήμη τις θεολογικές συζητήσεις των Βυζαντινών την ώρα που ο Μωάμεθ εισέβαλε στα τείχη τους.
Gustave Le Bon

Ας τους αφήσουμε…

Αστραία

 

Από τον Ανδρόνικο τον Β μέχρι τον Καντακουζηνό Ιωάννη ΣΤ

στα άγρια κύματα του Ποσειδώνα της βυζαντινής θεοκρατίας
Game of Thrones της δυναστείας των Παλαιολόγων
Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος (1259-1282)
Ανδρόνικος Β’ Παλαιολόγος (1282-1328), γιος του Μιχαήλ Η’
Μιχαήλ Θ’ Παλαιολόγος (1295-1320) συναυτοκράτορας, γιος του Ανδρόνικου Β’
Ανδρόνικος Γ’ Παλαιολόγος (1328-1341), γιος του Μιχαήλ Θ’

 Ανδρόνικος ο Β ο ναυαγοκράτης

Καταργεί το βυζαντινό ναυτικό και η αυτοκρατορία ναυαγεί. Προφανώς  ο θεοσεβής χριστιανός αυτοκράτωρ δεν θα είχε διαβάσει ποτέ για τη  νικηφόρα ναυμαχία της Σαλαμίνος και θα αγνοούσε λόγω της θρησκευτικής παιδείας τον  πρωτεργάτη Θεμιστοκλή ως ειδωλολάτρη και παγανιστή με ανύπαρκτη οξύνοια.
Ο Ανδρόνικος Β΄, αντιλαμβανόμενος την άρνηση των υπηκόων του να δεχθούν τα τετελεσμένα της συμφωνίας της Λυών για την ένωση των Εκκλησιών, φρόντισε γρήγορα να απαλλαγεί από τις δεσμεύσεις του πατέρα του Μιχαήλ Η΄. Από εκεί και πέρα, υπό το φως των εντονότατων οικονομικών δυσκολιών τις οποίες κληρονόμησε, προχώρησε σε δραστικές περικοπές των στρατιωτικών δαπανών, με κύρια ολέθρια ενέργεια την πλήρη κατάργηση του Βυζαντινού Ναυτικού. Έτσι, γρήγορα βρέθηκε εκτεθειμένος στους εκβιασμούς και τις απειλές των Γενουατών και των Βενετών, προκειμένου να καλυφθεί το κενό αυτό.
Η χειρότερη ίσως από τις αποφάσεις του στον τομέα της στρατιωτικής πολιτικής του, ήταν η πρόσληψη της Καταλανικής Εταιρείας το 1302, υπό τη διοίκηση του Ρογήρου του Φλορ. Η εταιρεία αυτή ήταν ουσιαστικά μια ομάδα τυχοδιωκτών, κυρίως Ισπανών μισθοφόρων, οι οποίοι υπό τις διαταγές του αρχηγού τους επιδίδονταν σε πειρατεία, ληστεία και επιδρομές λεηλασίας. Ο οξυδερκής Ρογήρος προσέφερε τις Υπηρεσίες του στον Ανδρόνικο, με ανταλλάγματα όχι μόνο χρηματικά και τιμητικά (ο Ανδρόνικος τον έχρισε Καίσαρα) αλλά και οικογενειακά, αφού ο Ανδρόνικος του έδωσε σύζυγο την ανιψιά του Μαρία, κόρη της αδερφής του Ειρήνης Παλαιολογίνας. Ο Ρογήρος όμως, αφού ξεκίνησε με κάποιες σποραδικές επιτυχείς μάχες κατά των Οθωμανών στη Μικρά Ασία όπως στη Φιλαδέλφεια, επέστρεψε στις παλαιές του συνήθειες της πειρατείας και ληστείας βυζαντινών πόλεων (όπως η Μαγνησία το 1304), αγνοώντας τις εντολές του εργοδότη του, απαιτώντας όμως σταθερά τις μισθοφορικές αποζημιώσεις από τον Ανδρόνικο. Σαν να μην έφτανε αυτό, αδιαφορούσε για τη Μαρία. Ο γιος του Ανδρόνικου συναυτοκράτορας Μιχαήλ Θ’ έχασε την υπομονή του. Τον κάλεσε ιδιαιτέρως στην Αδριανούπολη το 1305 και με τέχνασμα σχεδίασε τη δολοφονία του. Έτσι όμως προκάλεσε την οργισμένη αντίδραση της «κομπανίας» του. Έως το 1311, οι Καταλανοί λυμαίνονταν την ελληνική χερσόνησο, όπου επιδίδονταν σε ανείπωτες σφαγές και καταστροφές, πρωτόγνωρης ωμότητας και βίας. Κύριος στόχος τους ήταν η Θράκη, η οποία ερημώθηκε. Τελικά μετά τη μάχη του Ορχομενού κατέλαβαν την Αθήνα και την εξουσία στο Δουκάτο των Αθηνών, που κράτησαν έως το 1388.
Η αδυναμία του Ανδρόνικου να αναστρέψει την καταστροφική πορεία του κράτους, η πείνα, η φορολογία, η ερήμωση της Θράκης και της Ελλαδικής χερσονήσου, αλλά και η ανενόχλητη προέλαση των Οθωμανών στη Μικρά Ασία, τον κατέστησαν εξαιρετικά αντιδημοφιλή. Ο γιος του, Μιχαήλ Θ΄, πέθανε πρόωρα το 1320 απ’ο τη στεναχώρια του. Ο εγγονός του Ανδρόνικος Γ΄ Παλαιολόγος ενεπλάκη στην υπόθεση δολοφονίας του αδελφού του Μανουήλ, και για το λόγο αυτό ο Αυτοκράτορας παππούς του τον αποκήρυξε. Ο νεαρός Ανδρόνικος εξεγέρθηκε, και μετά από πολυετή εμφύλιο πόλεμο, ανέλαβε τελικά την εξουσία το 1328 με ήπιο πραξικόπημα και τη βοήθεια του φίλου του Ιωάννη Καντακουζηνού (μετέπειτα αυτοκράτορα). Ο Ανδρόνικος Γ΄ εκτόπισε τον Ανδρόνικο Β΄ σε μοναστήρι με το όνομα Αντώνιος, όπου έμεινε ως το θάνατό του το 1332. Το σώμα του μεταφέρθηκε και ενταφιάστηκε στην μονή του Λιβός.
Το 1272, ο Ανδρόνικος νυμφεύτηκε την Άννα των Άρπαντ, κόρη του βασιλιά Στέφανου Ε΄ της Ουγγαρίας.
Μιχαήλ Θ΄ 1277-1320, ο οποίος διετέλεσε συναυτοκράτορας. Γιος του ήταν ο Ανδρόνικος Γ’.
Κωνσταντίνος π. 1278-1335, ο πορφυρογέννητος, ο οποίος έλαβε τον τίτλο του δεσπότη. Ο ανιψιός του Ανδρόνικος Γ΄ τον φυλάκισε και τον ανάγκασε να γίνει μοναχός.
Το 1284, ο Ανδρόνικος Β΄ νυμφεύτηκε εκ νέου με τη Γιολάντα, κόρη του Γουλιέλμου Ζ΄ μαρκησίου του Μομφερράτου και της Βεατρίκης της Καστίλης. Ο γάμος αυτός έδωσε την δυνατότητα στον Ανδρόνικο Β΄ να κατοχυρώσει τον τίτλο τού «βασιλιά της Θεσσαλονίκης», τον οποίον έφερε ο πεθερός του και να θέσει τέλος στις διεκδικήσεις της οικογένειας του Μομφερράτου στην Θεσσαλονίκη
Ο Ανδρόνικος Β’ είχε και δύο νόθα τέκνα:
Ειρήνη, παντρεύτηκε τον Ιωάννη Β’ Άγγελο άρχοντα της Θεσσαλίας.
Μαρία, παντρεύτηκε τον Τοκτά Μποργιζίν, χάνο της Χρυσής Ορδής των Μογγόλων.

Ο Μιχαήλ Θ΄ Παλαιολόγος  ο αποτυχημένος

 Βυζαντινός συναυτοκράτορας την περίοδο 1294-1320. Ήταν ο μεγαλύτερος γιος του Ανδρόνικου Β’ Παλαιολόγου και της Άννας της Ουγγαρίας, κόρης του Στέφανου Ε’ της Ουγγαρίας.
Η γέννησή του κατά την ημέρα του Πάσχα του 1277, και μάλιστα, καθώς θρυλείται, την ώρα κατά την οποία ο ιερέας έψελνε το Χριστός Ανέστη, χρησιμοποιήθηκε από τη δυναστική προπαγάνδα ως σημείο εκ Θεού που ανήγγειλε καλύτερες ημέρες στον λαό και την αυτοκρατορία, αλλά οι προσδοκίες αυτές δεν επαληθεύθηκαν.
Επεδίωξε να νυμφευθεί με την Αικατερίνη Κουρτεναί (εγγονή του Βαλδουΐνου Β΄), αλλά τελικά ο γάμος δεν πραγματοποιήθηκε.
Το 1296 νυμφεύτηκε την 18χρονη Ρίτα της Αρμενίας, κόρη του Λέοντος Γ΄ των Χετουμιδών βασιλιά της Αρμενίας που μετονομάσθηκε σε Μαρία και την αποκαλούσαν η Ξένη, με την οποία έκανε τέσσερα παιδιά.
Παρόμοιες αποτυχίες με τους Βουλγάρους είχε και με τους εξεγερμένους Καταλανούς, όπου στάλθηκε από τον πατέρα του (1304-1305) για συνεννοήσεις. Μετά τη δολοφονία του αρχηγού τους, Ρογήρου ντε Φλορ, άρχισαν εξοργισμένοι να λεηλατούν την Βυζαντινή ύπαιθρο. Ο ίδιος ο Μιχαήλ οδήγησε στρατεύματα εναντίον τους, αλλά συνετρίβη και τραυματίστηκε.
Μετά από νέα αποτυχία με τον Τούρκο Οθωμανό σουλτάνο Οσμάν Α΄ στη μάχη του Βαφέως  τη πρώτη μεγάλη πολεμική αναμέτρηση μεταξύ των Οθωμανών Τούρκων και των Βυζαντινών, που σηματοδότησε την αρχή του τέλους των Βυζαντινών στη Μικρά Ασία. Κατέφυγε στη Θεσσαλονίκη 1311 απογοητευμένος, όπου έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του. Ο πατέρας του, Ανδρόνικος Β΄, τον προόριζε ως διάδοχο του θρόνου, αλλά ο Μιχαήλ δεν πρόλαβε να τον διαδεχθεί. Απεβίωσε από την νέα μεγάλη λύπη του, λόγω της δολοφονίας του γιου του Μανουήλ, στην οποία είχε πιθανότατα ανάμιξη και ο άλλος του γιος, Ανδρόνικος.
Αυτό ήταν αιτία να ξεσπάσει μετά τον θάνατό του μακρόχρονος ο πόλεμος μεταξύ των δύο Ανδρόνικων, παππού και εγγονού που έληξε με την ήττα και ανατροπή του πρώτου και την ενθρόνηση του Ανδρονίκου ως Ανδρονίκου Γ’ το 1328.

Ο Ανδρόνικος Γ΄ Παλαιολόγος ο πραξικοπηματίας

Γεννημένος ως Ἀνδρόνικος Δούκας Ἄγγελος Κομνηνός Παλαιολόγος, ήταν γιος του Μιχαήλ Θ’ του Παλαιολόγου και της Ρίτας της Αρμενίας.
Με τον πατέρα του, διάδοχο και συναυτοκράτορα Μιχαήλ Θ΄ να έχει πεθάνει ήδη από το 1320, ο Ανδρόνικος Γ΄ κατέλαβε την εξουσία με ήπιο πραξικόπημα κατά του παππού του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Β΄ Παλαιολόγου. Ο Ανδρόνικος Β΄, κατηγορώντας τον εγγονό του για ανάμειξη στο θάνατο του αδελφού του Μανουήλ, τον είχε ήδη αποκηρύξει παλαιότερα ορίζοντας ως διάδοχο τον δικό του δευτερότοκο γιο Κωνσταντίνο. Όμως ο δραστήριος Ανδρόνικος Γ΄ είχε την υποστήριξη μιας ομάδας νέων αριστοκρατών ενώ κατάφερε να συγκεντρώσει πολιτικούς και στρατιωτικούς συμπαραστάτες και τελικά να εκτοπίσει τον παππού του από την εξουσία το 1328, στέλνοντάς τον έγκλειστο σε μοναστήρι, μέχρι το θάνατό του. Ο εμφύλιος πόλεμος που ακολούθησε, και διήρκεσε με διαλείμματα από το 1321 ως το 1328, εξάντλησε την αυτοκρατορία
Ο Ανδρόνικος ηττήθηκε στην μάχη του Πελεκάνου το 1329 από τον Ορχάν, το σουλτάνο των Οθωμανών. Η Νίκαια της Βιθυνίας χάθηκε για τους Βυζαντινούς το 1331 και η Νικομήδεια το 1337. Ο Ανδρόνικος τότε προσπάθησε να προσεταιρισθεί, σαν αντίβαρο στους Οθωμανούς, τους εμίρηδες του Σαρουχάν και του Αϊδινίου που βρισκόταν πιο νότια.
Βασικό στοιχείο ισχύος της διακυβέρνησής του, ήταν η παρουσία στο πλευρό του στενού φίλου του, ικανότατου στρατηγού και Μεγάλου Δομέστικου Ιωάννη Καντακουζηνού, που συνέβαλλε δραστικά στις επιτυχίες του Ανδρόνικου. Παρά τις κοινές τους προσπάθειες όμως, η κατάσταση σταθερής παρακμής και αποδυνάμωσης συνεχίζονταν σταθερά. Ο Ανδρόνικος Γ’ αρρώστησε και πέθανε ξαφνικά τον Ιούνιο του 1341, χωρίς να έχει ορίσει διάδοχο.

Ο Ιωάννης ΣΤ’ Καντακουζηνός ο ανήσυχος ιστορικός

(1292 – 15 Ιουνίου 1383)  Βυζαντινός αυτοκράτορας και ιστορικός, ο οποίος κάθισε στον θρόνο από το 1341 μέχρι την εκούσια παραίτησή του, το 1354. Τυπικά όμως, στέφθηκε αυτοκράτορας μόλις το 1347, ως συναυτοκράτορας του Ιωάννη Ε’, διότι κατά το διάστημα που μεσολάβησε από τον θάνατο του Ανδρόνικου Γ’ μέχρι το 1347, δεν υπήρχε επίσημος εστεμμένος αυτοκράτορας, αφού ο τελευταίος αυτοκράτορας δεν είχε ορίσει διάδοχο.

Θρησκευτικές έριδες κατά την προσφιλή συνήθεια των  μικρονοϊκών βυζαντινών θρησκευτών να μαλώνουν και να σφάζονται κυριολεκτικά  διάφορα θέματα ήσσονος σημασίας  όπως η εκπόρευση του Κυρίου η διττή φύση του Κυρίου η θέληση του Κυρίου η λατρεία των εικόνων των λειψάνων και λοιπά  μαζί με  πανούκλα τον κορωνοϊό της εποχής, από τα κυριότερα προβλήματα που αντιμετώπισε.
Τις ημέρες βασιλείας του Καντακουζηνού, ξέσπασε και η ησυχαστική διαμάχη που δίχασε τον ορθόδοξο λαό και κλήρο. Αντίπαλοι στην έριδα αυτή, ο Γρηγόριος Παλαμάς από την πλευρά των ησυχαστών και ο Νικηφόρος Γρηγοράς από τους ενάντιους. Η έριδα αυτή, αν και βαθειά θεωρητική, αποτέλεσε σημαντικό πρόβλημα που προσετέθη στα λοιπά δεινά του κράτους, αφού δηλητηρίασε την κοινωνική ειρήνη για πολλά χρόνια. Κατά την υπερχιλιόχρονη βυζαντινή παράδοση, ο ίδιος ο Αυτοκράτορας κλήθηκε να το αντιμετωπίσει το θέμα, με την σύγκλιση 4 διαδοχικών συμβουλίων και τελική έκβαση τη δικαίωση του Ησυχαστικού κινήματος το 1349.
Επίσης, το 1347 ξέσπασε στην Κωνσταντινούπολη επιδημία πανούκλας, που οδήγησε στον θάνατο, κατά ορισμένες εκδοχές, έως και τα 8/9 του πληθυσμού της Βασιλεύουσας. Τον ίδιο καιρό, σημειώθηκαν διαμάχες μεταξύ των Βενετών και Γενουατών, με πεδίο μάχης την ίδια την Κωνσταντινούπολη. Προσπαθώντας να επιλύσει το πρόβλημα που του προκαλούσε αυτή η αναταραχή, ο Ιωάννης Καντακουζηνός υπέστη οδυνηρή ναυτική ήττα από τους Γενουάτες, στον Κεράτιο, το 1349. Νέα μάχη το 1352 είχε το ίδιο αποτέλεσμα. Μελανότερο ίσως σημείο της διακυβέρνησής του είναι η συμμαχία του με τον Σουλεϊμάν πασά, σε εκστρατεία κατά του Ιωάννη Ε’, ο οποίος πολιορκούσε την Αδριανούπολη ενάντια στον διοικητή της, γιο του ίδιου του Καντακουζηνού. Οι τουρκικές ορδές επιδόθηκαν σε σφαγές και λεηλασίες, πράξεις που στα μάτια των Βυζαντινών υπηκόων έγιναν με τη συγκατάθεση ή έστω την ανοχή του συναυτοκράτορά τους.
Το 1354, η ερημωμένη από καταστροφικό σεισμό Καλλίπολη εποικήθηκε από Τούρκους του Σουλεϊμάν, οι οποίοι (προσκεκλημένοι του ίδιου του Καντακουζηνού) διαπίστωσαν και μόνοι τους τον πλούτο και την ευφορία της Θράκης. Έτσι, πατούν για πρώτη φορά πόδι με αξιώσεις στην ίδια την ευρωπαïκή γη, λίγα χιλιόμετρα μακριά από την ίδια τη Βασιλεύουσα.
Όταν εγκατέλειψε τον αυτοκρατορικό θρόνο, έγινε μοναχός με το όνομα Ιωάσαφ. Έμεινε για ένα έτος με τον γιό του, στον Μυστρά. Πέθανε και ετάφη εκεί, το 1383.

Να μελετούμε την ιστορία νέα και παλιά, μας διδάσκει πολλά

Αστραία

Ανδρόνικος Β’ Παλαιολόγος , Μιχαήλ Θ’ Παλαιολόγος , Ανδρόνικος Γ’ Παλαιολόγος, Βυζάντιο, Παλαιολόγοι, Ιωάννης ΣΤ΄ Κατακουζηνός,

Ο Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος ο γενάρχης

Game of Thrones στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία
Η Δυναστεία των Παλαιολόγων του παλαιού λόγου
Ας γνωρίσουμε μερικούς τα έργα και τον βίο τους…… σε θεοκρατικές  αυτοκρατορίες ανατολικού τύπου στα  άγρια κύματα του Ποσειδώνα  του υπερανεπτυγμένου θρησκευτικού συναισθήματος

Η Δυναστεία των Παλαιολόγων αποτελείτο από τους ακόλουθους αυτοκράτορες (εντός παρενθέσεως η περίοδος βασιλείας τους):

Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος (1259-1282)
Ανδρόνικος Β’ Παλαιολόγος (1282-1328), γιος του Μιχαήλ Η’
Μιχαήλ Θ’ Παλαιολόγος (1295-1320) συναυτοκράτορας, γιος του Ανδρόνικου Β’
Ανδρόνικος Γ’ Παλαιολόγος (1328-1341), γιος του Μιχαήλ Θ’
Ιωάννης Ε’ Παλαιολόγος (1341-1391), γιος του Ανδρόνικου Γ’
Ανδρόνικος Δ’ Παλαιολόγος (1376-1379), πρωτότοκος γιος του Ιωάννη Ε’
Ιωάννης Ζ’ Παλαιολόγος (1390), γιος του Ανδρόνικου Δ’
Ανδρόνικος Ε’ Παλαιολόγος (1403-1407) συναυτοκράτορας, γιος του Ιωάννη Ζ’
Μανουήλ Β’ Παλαιολόγος (1391-1425), δευτερότοκος γιος του Ιωάννη Ε’
Ιωάννης Η’ Παλαιολόγος (1425-1448), πρωτότοκος γιος του Μανουήλ Β’
Κωνσταντίνος ΙΑ’ Παλαιολόγος (1449-1453), τεταρτότοκος γιος του Μανουήλ Β’

Ο Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος (1223 – 11 Δεκεμβρίου 1282) ήταν Βυζαντινός αυτοκράτορας, Ελληνικής καταγωγής, ιδρυτής της δυναστείας των Παλαιολόγων. Ανέβηκε στο θρόνο το 1259 στο Νυμφαίον (παραγκωνίζοντας τον ανήλικο Ιωάννη Δ’ Λάσκαρη του οποίου ήταν κηδεμόνας), και βασίλεψε μέχρι το θάνατό του το 1282. Γιος του μέγα δομέστικου Ανδρόνικου από τον γάμο του με την ξαδέλφη του Θεοδώρα Αγγελίνα Παλαιολογίνα.
Μια μικρή ομάδα στρατιωτών υπό το στρατηγό Αλέξιο Στρατηγόπουλο, διείσδυσε στην Κωνσταντινούπολη και την κατέλαβε στις 13 Ιουλίου του 1261. Ο Αυτοκράτορας έσπευσε στην Πόλη, όπου εστέφθη στην Αγία Σοφία, αγνοώντας τον νόμιμο αυτοκράτορα Ιωάννη Δ’ Λάσκαρη ο οποίος ήταν μόλις 11 ετών, τον οποίο αργότερα τύφλωσε προκειμένου να εξουδετερώσει. Η ενέργειά αυτή προκάλεσε απέχθεια και την εξέγερση του πληθυσμού της Μικράς Ασίας, που ως τότε συναισθηματικά συνδεδεμένος με τη δυναστεία των Λασκαρίδων. Εξάλλου, ο πατριάρχης Αρσένιος αφόρισε τον αυτοκράτορα και στη συνέχεια αναγκάστηκε να παραιτηθεί, γεγονός που σηματοδότησε ένα κίνημα όλων όσοι ήταν εχθρικοί στον Μιχαήλ, το «κίνημα των Αρσενιατών». Όσοι αντέδρασαν δημόσια, τιμωρήθηκαν σκληρά με εξευτελισμό και ακρωτηριασμό, όπως ο Μανουήλ Ολόβολος. Κατά τις ιστορικές μαρτυρίες του Γεώργιου Παχυμέρη, ο Oλόβολος διαμαρτυρήθηκε δημοσίως για το συμβάν αυτό, με συνέπεια ο Μιχαήλ Παλαιολόγος να τον τιμωρήσει με ακρωτηριασμό της μύτης και των χειλιών του. Μετά από αυτό το συμβάν, ο Oλόβολος αποσύρθηκε από τη δημόσια ζωή και έγινε μοναχός στο μοναστήρι του Προδρόμου στη Κωνσταντινούπολη, υιοθετώντας τη μοναστική ονομασία Μάξιμος.
Δεν έγινε σφαγή και οι Λατίνοι εκδιώχθηκαν με ήπια μέσα. Η πτώση του Λατινικού Βασιλείου της Κωνσταντινούπολης ήταν αναμενόμενη και μάλλον εκπλήσσει το ότι καθυστέρησε τόσο. Η καταστροφή που επιτέλεσε στη Βυζαντινή αυτοκρατορία ήταν ανεπανόρθωτη
Το 1263 οι Λατίνοι παραχώρησαν το Μυστρά για την απελευθέρωση του Γουλιέλμου Βιλλεαρδουϊνου και ο Μιχαήλ Παλαιολόγος έκανε την πόλη έδρα του νέου Δεσποτάτου του Μορέως που κυβερνούνταν από συγγενείς του.
Με σειρά υποχωρήσεων σε εκκλησιαστικά θέματα, οι αντιπρόσωποι της Ανατολικής Εκκλησίας υπογράφουν στη Λυών το 1274 συμφωνία ενώσεως με τους Δυτικούς. Η συμφωνία όμως αυτή, όπως και όλες όσες προηγήθηκαν ή ακολούθησαν, παρέμειναν γράμμα κενό, διότι ο κλήρος και ο λαός ποτέ δεν τις δέχθηκαν, μένοντας σταθερά προσηλωμένοι στα δογματικά πιστεύω της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας. Ο μόνος που τυπικά υποτάχθηκε στον Πάπα ήταν ο ίδιος ο Αυτοκράτορας και ο γιος και διάδοχός του Ανδρόνικος Β’, κίνηση με την οποία μάταια ο Μιχαήλ ήλπιζε να παρακινήσει το λαό του να δεχθεί τη συμφωνία. Μετά την σύνοδο της Λυών , επειδή οι αγιορείτες μοναχοί αντέδρασαν έντονα στην ένωση των εκκλησιών, το έτος 1278 μπήκε με τον στρατό του στο Άγιο Όρος και κατάσφαξε όσους μοναχούς διαφωνούσαν και έκαψε τις μονές τους.
Πέθανε στο Παχώμιο της Ανατολικής Θράκης το Δεκέμβριο του ίδιου έτους. Ο διάδοχός του Ανδρόνικος μετέφερε τη σορό του στη Θράκη, όπου ενταφιάστηκε χωρίς να ψαλεί νεκρώσιμη ακολουθία. Ο Μιχαήλ Παλαιολόγος είχε πεθάνει ως «λατινόφρων».
Μεγαλύτερες δυσκολίες συνάντησε στην προσπάθειά του για ένωση των Εκκλησιών, ιδέα στην οποία πίστευε ότι θα βασιστεί η μακροβιότητα του κράτους του. Δυστυχώς, υποεκτίμησε την εμμονή των Ορθοδόξων στο δόγμα και τις λειτουργικές τους συνήθειες, με αποτέλεσμα μέχρι την εποχή του θανάτου του, να θεωρείται από το λαό του ο ίδιος «ο επί γης αντιπρόσωπος του Κυρίου», προδότης της πίστεως. Τέλος, δεν ήταν και ιδιαίτερα επιτυχής στη διαχείριση των οικονομικών του κράτους, κυρίως υπό το βάρος της πολυέξοδης διπλωματικής πολιτικής του.
Ο Μιχαήλ Η’ νυμφεύτηκε το 1253 τη Θεοδώρα Βατάτζαινα, κόρη του Ιωάννη Βατάτζη και πολλά παιδιά 7.Από ερωτική σχέση με κάποια (Διπλο)Βατάτζαινα, απέκτησε τις:
(νόθη) Ευφροσύνη, παντρεύτηκε τον Νογκάι Χαν της Χρυσής Ορδής των Μογγόλων.
(νοθη) Μαρία, παντρεύτηκε τον Αμπακά Χαν των Ιλχανιδώων της Περσίας.
Εκείνη την περίοδο, ο Μιχαήλ Η΄ ερωτεύτηκε την (Κωνσταντία) Άννα των Χοενστάουφεν, η οποία είχε παντρευτεί τον Ιωάννη Γ΄ Βατάτζη λίγο πριν από τον θάνατό του. Προσφέρθηκε να χωρίσει τη Θεοδώρα για να την παντρευτεί. Ο Πατριάρχης Αρσένιος ωστόσο έπεισε τον Αυτοκράτορα να εγκαταλείψει τα σχέδιά του και έτσι ο Μιχαήλ Η΄ επέτρεψε στην Άννα να γυρίσει στο σπίτι της τον Δεκέμβριο του 1261
Η Θεοδώρα πέθανε μετά από σύντομη ασθένεια στις 4 Μαρτίου 1304
Εννέα ημέρες μετά τον θάνατο του Θεόδωρου B΄, ο Μουζάλων δολοφονήθηκε από τους στρατιωτικούς και ο Παλαιολόγος έλαβε τον τίτλο του δούκα, ως κηδεμόνας του ανήλικου Ιωάννη.
Μέσα σε τέσσερις μήνες ο Παλαιολόγος κατόρθωσε να προαχθεί σε δεσπότη και τέλος τιτλοφορήθηκε συμβασιλέας του Ιωάννη. Η στέψη έγινε την 1η Ιανουαρίου 1260. Με απαίτηση του Παλαιολόγου στέφθηκε μόνον αυτός αυτοκράτορας, ο δε Ιωάννης αποφασίστηκε να στεφθεί αργότερα, όταν θα ενηλικιωνόταν.
Στις 26 Ιουλίου του 1261 όμως ο καίσαρας Αλέξιος Στρατηγόπουλος ελευθέρωσε την Κωνσταντινούπολη από τους Φράγκους και στις 15 Αυγούστου ο Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος στέφτηκε στην Αγία Σοφία Αυτοκράτορας των Ρωμαίων, αγνοώντας εντελώς τον Ιωάννη Δ΄. Αργότερα, στις 25 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους, στην επέτειο των ενδέκατων γενεθλίων του, ο Μιχαήλ Η΄ διέταξε να τυφλώσουν τον Ιωάννη Δ΄, ώστε να μην μπορέσει ποτέ να απειλήσει την δυναστεία των Παλαιολόγων. Γι’ αυτήν την ενέργεια ο Μιχαήλ Η΄ αφορίστηκε από τον Πατριάρχη Αρσένιο, ενώ αργότερα προκλήθηκε επανάσταση από τον Ψευδοϊωάννη κοντά στην Νίκαια.
Ο Ιωάννης Δ΄ πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του ως μοναχός έως το τέλος του το 1305. Κατά την μοναστική του ζωή τον επισκέφθηκε ο γιος και διάδοχος του Μιχαήλ H΄, ο Ανδρόνικος Β΄, ζητώντας με ταπεινοσύνη συγγνώμη για το έγκλημα που είχε διαπράξει ο πατέρας του.

Τα γεγονότα μιλούν από μόνα τους για τον γενάρχη των Παλαιολόγων και τον χαρακτήρα του …όλα για τον θρόνο και την εξουσία. Δεν υπάρχουν άγγελοι σου λέω παλαιοί και νέοι…..με διαχρονική αξία

Αστραία