Γεράζει η Ελένη Ομορφιά

Γεράζει η  διαχρονική ομορφιά

Στρέφουμε τα νώτα στη φύση, το ωραίο μας προκαλεί ντροπή. Οι άθλιες τραγωδίες μας αποπνέουν οσμή γραφείου και το αίμα που στάζουν έχει χρώμα πηχτής μελάνης. Καμύ, Η εξορία της Ελένης

Ο αριστερός ποιητής Γιάννης Ρίτσος της Ρωμιοσύνης στον Επιτάφιο της , αναρωτιέται μελαγχολικά:
Ω, αυτή η ξενιτιά μας μέσα στα ίδια μας τα ρούχα που παλιώνουν,
μες στο ίδιο μας το δέρμα που ζαρώνει· ενώ τα δάχτυλά μας
δεν μπορούν πια να σφίξουν, να κρατήσουν τριγύρω στο κορμί μας
ούτε καν την κουβέρτα, που ανυψώνεται μόνη, διαλύεται, φεύγει, αφήνοντάς μας
ακάλυπτους μπροστά στο κενό. Και τότε η κιθάρα, κρεμασμένη στον τοίχο,
ξεχασμένη από χρόνια, με χορδές σκουριασμένες, αρχίζει να τρέμει
έτσι που τρέμει το σαγόνι μιας γριάς απ’ το κρύο ή απ’ το φόβο, και πρέπει
να βάλεις πάνω στις χορδές την παλάμη σου, να σταματήσεις
το μεταδοτικό τους ρίγος. Μα δε βρίσκεις το χέρι σου, δεν έχεις χέρι,
κι ακούς μες στο στομάχι σου πως είναι το δικό σου σαγόνι που τρέμει.

Ο αριστερίζων ποιητής όμως Ευριπίδης φιλομακεδών γεννημένος την ημέρα της Νίκης της Σαλαμίνας, ήταν τύπος αντικοινωνικός (είχε ελάχιστους φίλους), εσωστρεφής, μελαγχολικός και δυσπρόσιτος, δεν ενδιαφέρθηκε για τα πολιτικά και κοινωνικά δρώμενα της εποχής του, καταθέτει τη συγγνώμη του, παλινωδία για την Ελένη και τη χαμένη της ζωής μας ομορφιά.
Η Ελένη, ευνοούμενη της Αφροδίτης αναγκάζεται να πλαγιάζει στο κρεβάτι του Πάρη στα Έπη τα Ομηρικά και οι Αχαιοί Έλληνες έξω από τα τείχη της Τροίας να πεθαίνουνε για αυτή ημιμαθείς και πτωχοί.
Η Αφροδίτη είναι η όμορφη μορφή, η έλλειψη σχήματος οδηγεί στην ασχήμια και η μορφοποίηση στην ένωση, στο χώρο των ιόντων μέσα από την ζώνη της, την Ban Allen.
Ενώνεται το ηλεκτρόνιο χορεύοντας γύρω από ένα πρωτόνιο και δίνει μορφή σε ένα άτομο φτιάχνοντας το υδρογόνο.
Ενώνεται το χλώριο με το νάτριο και φτιάχνει το κρυσταλλικό χλωριούχο νάτριο.
Ενώνεται ο Ποσειδώνας με την Θόωσα και γεννά τον Πολύφημο Κύκλωπα.
Ενώνεται ο Ζευς  με τη Μαία και γεννά τον Ερμή και την ερμηνευτική
με την Λητώ  δε, τη συνείδηση Απόλλων Άρτεμη φωτεινή.
Ο Ευριπίδης μελαγχολικός αντικοινωνικός πρώιμος αριστερός θα φτιάξει την καινούργια Ελένη.
Ο Ευριπίδης είναι αποτέλεσμα της παλιάς δεξιάς αρχαιοθρησκείας.
Ήταν η υποταγή της Ελληνικής φιλοσοφίας στη θεοσοφία που γέννησε τον αθεϊσμό, τους επικούρειους και την αριστερά στην αρχαία Ελλάδα.
Ήταν τα ηγεμονικά αγαμεμνονικά ιερατεία υπολείμματα του δράκου της Λεμουρίας, εγκλωβισμένα στον εγωισμό και αλαζονεία που κυκλοφορούσαν με όλο το ζώο και  το θηρίο της Νεμέας να καταστρέφουν την νομή χωρίς να κρατούν μια λεοντή.
Για το αρχαιοελληνικό κίνημα παλαιό και νέο, σε άλλο άρθρο θα αναφερθώ. Δυστυχώς είναι σε απόλυτη παρακμή για συγκεκριμένους λόγους και λάθη παλαιά και νέα  που γίνονται από θεοσεβείς και μη.
Στην  σύντομη ομιλία του, ο Λιαντίνης με την υπέροχη ροή του άμεσου λόγου του, με την θαυμάσια φωνή, μας εξηγεί πως ο Στησίχορος  έγραψε την παλινωδία του ζητώντας συγνώμη από την Ελένη.
Στα ίδια χνάρια λειτούργησε και ο Ευριπίδης.
Ήταν τελικά η Ελένη στην Τροία ή παρέμεινε “όμηρος” στην Αίγυπτο και η εκστρατεία έγινε για ένα άδειο πουκάμισο; Ιδού η απορία.
Είναι φυσικό την Ελένη να την διεκδικούν πολλοί μνηστήρες ακόμα και σήμερα.
Τα ιστορικά γεγονότα που ακολούθησαν διαψεύδουν τον Ευριπίδη αλλά, όχι εντελώς. Σαφώς η Ωραία Ελένη πήγε στην Τροία “όμηρος”  στην Ανατολική και Δυτική την Νέα Τροία και ακόμη είναι στα μουσεία κλεμμένη μαζί με την ελληνική ομορφιά.
Όμως επειδή η θεοσοφία έχει ρίζες πολύ βαθιές όπως είπαμε, είναι φυσικό και οι αιγυπτιακές στοές να την διεκδικούν γιατί θέλουν και να την κρατούν εκεί μαζί με τους Φαραώ μυστικά.
Γεράζει η Ελένη η ομορφιά;
Το αίτημα των Φαραώ δεν ήταν και δεν είναι η Ήβη, αλλά η αθανασία και, αυτό είναι μία άλλη ιστορία που θα ειπωθεί στην ώρα της.
Ο βαθυστόχαστος μετανιωμένος αριστερός ( εγκατέλειψε το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα δύο χρόνια μετά την εγγραφή του σε αυτό) ο Καμύ μας μιλά και της Ελένης την εξορία με αγωνία.
Εμείς εξορίσαμε την ομορφιά, οι Έλληνες πολέμησαν γι’ αυτήν. Πρώτη αλλά θεμελιώδης διαφορά. Η ελληνική σκέψη κατέφευγε στην ιδέα του μέτρου. Δεν εξώθησε τίποτα ως την υπερβολή, ούτε το θείο ούτε το λόγο, επειδή δεν αρνήθηκε τίποτε, ούτε το θείο ούτε το λόγο. Αγκάλιασε τα πάντα εξισορροπώντας τη σκιά με το φως. Αντίθετα η Ευρώπη μας, ριγμένη στην κατάκτηση των πάντων, είναι κόρη της Ύβρεως. Αρνιέται την ομορφιά, όπως αρνιέται ότι δεν εξυμνεί. Αν και εγκωμιάζει με διαφορετικούς τρόπους ένα μόνο πράγμα: τη μελλοντική επικράτηση της λογικής. Μέσα στην τρέλα της μετατοπίζει τα αιώνια όρια και αμέσως σκοτεινές Ερινύες ρίχνονται πάνω της και την κατασπαράζουν. Η Νέμεσις αγρυπνά, θεά του μέτρου κι όχι της εκδίκησης. Τιμωρεί αμείλικτα όλους όσοι ξεπερνούν τα όρια».…..Παιδαριώδη οίηση που δικαιολογεί γιατί λαοί ανώριμοι, κληρονόμοι της αφροσύνης μας ,κατευθύνουν σήμερα την ιστορία μας.
-Προτιμήσαμε τη δύναμη που πιθηκίζει το μεγαλείο

Κι  (ο άγονος δειλός Πάρης), μ’ έναν ίσκιο πλάγιαζε σα να ήταν πλάσμα ατόφιο· Σεφέρης Ελένη.
Ναι, γιατί δεν φθάνει να κλέψεις ή να αντιγράψεις κάτι ή κάποιον, χρειάζεται και να καταλαβαίνεις τι εννοεί ο ποιητής,  το πως και το γιατί. Διαφορετικά η κλοπή, η λογοκλοπή και η αντιγραφή δεν γεννά κανένα όμορφο παιδί. Παραμένει μια πράξη άγονη και δειλή και μερικές φορές παρδαλή.
Αστραία

Ταξίδια συνείδησης με το πλοίο Ελλάς

Ιλιάς και Οδύσσεια μαζί στο διηνεκές του Απείρου αυξημένης αντίληψης έμφρονων ανθρωπίδων

Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει.
Στο Πήλιο μέσα στις καστανιές το πουκάμισο του Κενταύρου
γλιστρούσε μέσα στα φύλλα για να τυλιχτεί στο κορμί μου
καθώς ανέβαινα την ανηφόρα κι η θάλασσα μ’ ακολουθούσε
ανεβαίνοντας κι αυτή σαν τον υδράργυρο θερμομέτρου
ώσπου να βρούμε τα νερά του βουνού.
Στη Σαντορίνη αγγίζοντας νησιά που βουλιάζαν
ακούγοντας να παίζει ένα σουραύλι κάπου στις αλαφρόπετρες
μου κάρφωσε το χέρι στην κουπαστή
μια σαΐτα τιναγμένη ξαφνικά
από τα πέρατα μιας νιότης βασιλεμένης.
Στις Μυκήνες σήκωσα τις μεγάλες πέτρες και τους θησαυρούς των Ατρειδών
και πλάγιασα μαζί τους στο ξενοδοχείο της «Ωραίας Ελένης του Μενελάου»·
χάθηκαν μόνο την αυγή που λάλησε η Κασσάντρα
μ’ έναν κόκορα κρεμασμένο στο μαύρο λαιμό της.
Στις Σπέτσες στον Πόρο και στη Μύκονο
με χτίκιασαν οι βαρκαρόλες.
Τι θέλουν όλοι αυτοί που λένε
πως βρίσκουνται στην Αθήνα ή στον Πειραιά;
O ένας έρχεται από τη Σαλαμίνα και ρωτάει τον άλλο μήπως «έρχεται εξ Oμονοίας»
«Όχι έρχομαι εκ Συντάγματος» απαντά κι είν’ ευχαριστημένος
«βρήκα το Γιάννη και με κέρασε ένα παγωτό».
Στο μεταξύ η Ελλάδα ταξιδεύει
δεν ξέρουμε τίποτε δεν ξέρουμε πως είμαστε ξέμπαρκοι όλοι εμείς
δεν ξέρουμε την πίκρα του λιμανιού σαν ταξιδεύουν όλα τα καράβια·
περιγελάμε εκείνους που τη νιώθουν.

Παράξενος κόσμος που λέει πως βρίσκεται στην Αττική και δε βρίσκεται πουθενά·
αγοράζουν κουφέτα για να παντρευτούνε
κρατούν «σωσίτριχα» φωτογραφίζουνται
ο άνθρωπος που είδα σήμερα καθισμένος σ’ ένα φόντο με πιτσούνια και με λουλούδια
δέχουνταν το χέρι του γερο-φωτογράφου να του στρώνει τις ρυτίδες
που είχαν αφήσει στο πρόσωπό του
όλα τα πετεινά τ’ ουρανού.

Στο μεταξύ η Ελλάδα ταξιδεύει ολοένα ταξιδεύει
κι αν «ορώμεν ανθούν πέλαγος Αιγαίον νεκροίς»

είναι εκείνοι που θέλησαν να πιάσουν το μεγάλο καράβι με το κολύμπι
εκείνοι που βαρέθηκαν να περιμένουν τα καράβια που δεν μπορούν να κινήσουν
την ΕΛΣΗ τη ΣΑΜOΘΡΑΚΗ τον ΑΜΒΡΑΚΙΚO.
Σφυρίζουν τα καράβια τώρα που βραδιάζει στον Πειραιά
σφυρίζουν ολοένα σφυρίζουν μα δεν κουνιέται κανένας αργάτης
καμιά αλυσίδα δεν έλαμψε βρεμένη στο στερνό φως που βασιλεύει
ο καπετάνιος μένει μαρμαρωμένος μες στ’ άσπρα και στα χρυσά.

Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει·
παραπετάσματα βουνών αρχιπέλαγα γυμνοί γρανίτες…
Το καράβι που ταξιδεύει το λένε ΑΓΩΝΙΑ 937. Γ. Σεφέρης

Εμείς το λέμε…. η μεγάλη Περιπέτεια του Πνεύματος

Αστραία