Οι πολυεθνικές θρησκευτικές Εταιρείες του Θεού
Οι ιησουίτες θεολόγοι ιδρυτές των πανεπιστημίων με σκοπό να ελέγχουν την γνώση και να την παντρεύουν με την θεολογία στον γάμο της αντινόησης.
Αν ο θεός είχε ανάγκη από θεολόγους να εξηγούν τον λόγο του, θα είχε φτιάξει θεολογικά πανεπιστήμια στο παράδεισο του ευθύς εξαρχής και δεν θα άφηνε τους ανθρώπους αμόρφωτους. Αν ο λόγος του θεού είναι τόσο πολύπλοκος που χρειάζεται εξηγήσεις από επιτήδειους «ειδήμονες» δεν μπορεί να είναι θεϊκός και «λόγος του θεού» . Είναι θεολογικά σεντόνια απατεώνων και εμπόρων του θεού.
Η Εταιρεία του Ιησού
Οι κοινώς γνωστοί Ιησουίτες, είναι θρησκευτικό καθολικό τάγμα, που συγκροτήθηκε τον 16ο αιώνα στο πλαίσιο της Αντιμεταρρύθμισης. Ιδρύθηκε το 1534 από τον Ισπανό Ιγνάτιο Λογιόλα.
Ο ιδρυτής Ιγνάτιος Λογιόλα, ευγενής από τη Χώρα των Βάσκων στην Ισπανία και πρώην στρατιωτικός, είναι ο εμπνευστής και ο ιδρυτής της Εταιρείας του Ιησού.
Ο Λογιόλα, που υπηρέτησε στην αρχή σαν στρατιωτικός τον Ισπανό βασιλιά και εγκατέλειψε τη στρατιωτική σταδιοδρομία αργότερα, εξαιτίας σοβαρού τραυματισμού κατά τη διάρκεια μιας μάχης, αφιερώθηκε στη μελέτη των βίων των αγίων, στους διαλογισμούς σχετικά με τον Θεό, και μέσα σε ένα περιβάλλον λιτότητας και πενίας, μέσα σε συνεχείς προσευχές και γονυκλισίες, απομονωμένος σε μια σπηλιά κοντά στην ισπανική πόλη Μανρέσα, ήρθε σε επικοινωνία με τον Θεό, οραματίστηκε την Παρθένο Μαρία και τον απόστολο Παύλο, και αποφάσισε να θέσει τη ζωή του στην υπηρεσία του θελήματος του Θεού. Εμπνεόμενος από τον άγιο Δομίνικο και τον άγιο Φραγκίσκο —τους ιδρυτές των δύο κύριων μέχρι τότε θρησκευτικών ταγμάτων— αποφάσισε, όπως γράφει στα Απομνημονεύματά του, να ακολουθήσει το δρόμο τους και να πετύχει ό,τι πέτυχαν και αυτοί
Εκείνοι αποφάσισαν να πάρουν και τέταρτο όρκο — τον όρκο της υποταγής στον Πάπα, προσωπικά Και ήταν αυτός ο τέταρτος όρκος που ξεχώριζε τους Ιησουίτες από τα άλλα θρησκευτικά τάγματα.
Και πράγματι ο Πάπας Παύλος ο Γ΄ με τη βούλα Regimini militantis ecclesiae, που εκδόθηκε τον Σεπτέμβριο του 1540, τους αναγνώρισε σαν επίσημο θρησκευτικό τάγμα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Ο προηγούμενος τίτλος «Η Εταιρεία του Ιησού», που είχε διαλέξει ο Λογιόλα, εκλατινίστηκε σε αυτό το διάταγμα σε Societas Jesu. Το όνομα Εταιρεία του Ιησού κατοχυρώθηκε επίσημα επί πάπα Γρηγόριου ΙΓ΄ το 1594. Το 1541 ο Λογιόλα εκπόνησε τον Καταστατικό Χάρτη της Εταιρείας και επίσης εκλέχτηκε πρώτος γενικός αρχηγός του τάγματος. Το 1550 ο χάρτης εγκρίθηκε από τη Γενική Συνέλευση του τάγματος και από τον Πάπα Ιούλιο τον Γ΄.
Οι σκοποί του τάγματος
Για να εκπληρώσουν τους σκοπούς του τάγματός τους, οι Ιησουίτες καταρχήν επικεντρώθηκαν σε συγκεκριμένες δραστηριότητες:
Πρώτη και κύρια, η ίδρυση σχολείων σε όλη την Ευρώπη. Οι Ιησουίτες δάσκαλοι εκπαιδεύονταν και στις κλασικές σπουδές και στη θεολογία.
Δεύτερη δραστηριότητά τους η ίδρυση ιεραποστολών σε όλο τον κόσμο για τη διάδοση του ευαγγελικού μηνύματος σε όλον το μη χριστιανικό κόσμο.
Τρίτον, η ανάσχεση της εξάπλωσης του προτεσταντισμού και η πρόσδεση των χριστιανών στον καθολικισμό και στη Ρώμη.
Το πρώτο εκπαιδευτικό ίδρυμα της Εταιρείας άρχισε το έργο του το 1547 στη Μεσσήνη της Σικελίας. Στις 15 Σεπτεμβρίου 1551 ιδρύθηκε το Ρωμαϊκό Κολέγιο. Ο Λογιόλα, μέγας θαυμαστής του τρόπου που μετέδιδε τις γνώσεις το Πανεπιστήμιο του Παρισιού, προσέλαβε καθηγητές μόνο από εκεί. Οι δωρεές δεν έπαψαν ποτέ να έρχονται, οπότε το Ρωμαϊκό Κολέγιο δεν είχε προβλήματα. Το σύστημα διδασκαλίας ήταν όμοιο λίγο-πολύ με όλων των καθολικών σχολείων, παρόλο που είχαν προστεθεί και μερικά άλλα μαθήματα, με στόχο την ηθική διαπαιδαγώγηση των νέων. Η ανάγνωση των θεατρικών έργων, καθώς και η ενασχόληση με τη μουσική και την ποίηση, ενθαρρυνόταν από την Εταιρεία. Οι καθηγητές της ήταν ιδιαίτερα προσεκτικοί ως προς ποιους από τους κλασικούς θα διδάσκονταν οι νέοι, γιατί ο Ιγνάτιος θεωρούσε ότι αρκετοί κλασικοί δεν έπρεπε να διδάσκονται γιατί θα οδηγούν στην ειδωλολατρία. Οι διακοπές για τους μαθητές διαρκούσαν λίγο: μόνο 15 ημέρες για τους μαθητές των ανώτερων βαθμίδων και μόνο 8 για των κατώτερων. Οι μαθητές παρακολουθούσαν τη θεία λειτουργία κάθε ημέρα και εξομολογούνταν μια φορά το μήνα.
Με τη βοήθεια των Ιησουιτών ιδρύθηκε το 1577 στη Ρώμη το Ελληνικό Κολέγιο του Αγίου Αθανασίου. Το κολέγιο, που υπάρχει μέχρι σήμερα, εποπτεύεται από πέντε καρδιναλίους και έχει σκοπό να προσφέρει ανώτερη παιδεία στα Ελληνόπουλα. Φιλοξενεί μαθητές από προσηλυτισμένες στον ρωμαιοκαθολικισμό οικογένειες των νησιών του Αιγαίου και την Κρήτη αλλά και ορθόδοξα ελληνόπουλα της Κωνσταντινούπολης. Το προσηλυτιστικό έργο του κολεγίου αυτού είναι τεράστιο, αφού στα επόμενα χρόνια πολλοί Έλληνες λόγιοι που ήρθαν να διδάξουν στην Ελλάδα ήταν απόφοιτοι του κολεγίου αυτού, και προσηλυτισμένοι Καθολικοί, όπως ο Αντρέας Ρέντιος, ο Ξαβέριος Δαβιάνος, ο Γεώργιος Σταυρινός, ο Μιχαήλ Νευρίδας, ο Πέτρος Αρκούδιος, ο Ιωάννης Ματθαίος Καρυόφυλλας, ο διάσημος Λέων Αλλάτιος, κ.ά.
Στην Ελλάδα
Οι πρώτοι Ιησουίτες ήρθαν σε επαφή με τους Έλληνες σαν πνευματικοί των ναυτών μέσα στα δυτικά καράβια που έρχονταν στα ελληνικά νερά και στάθμευαν στα νησιά ήδη από το 1560. Η πρώτη αποστολή έγινε το 1583, όταν 5 Γάλλοι και 3 Ιταλοί Ιησουίτες εγκαταστάθηκαν στην Κωνσταντινούπολη, αλλά ο θάνατος των τριών από πανούκλα διέκοψε το ιεραποστολικό έργο τους το 1586, τρία χρόνια αφότου είχαν αρχίσει. Παρ’ όλα αυτά σε αυτό το σύντομο χρονικό διάστημα κατόρθωσαν να οργανώσουν τη βιβλιοθήκη τους δίπλα στο ναό του Αγίου Βενέδικτου (η επίσημη ονομασία της εκκλησίας ήταν La Madonna della Cisterna) και να δημιουργήσουν κύκλους μαθημάτων ξένων γλωσσών και γραμματικής, αλλά και να προκαλέσουν δημόσιες συζητήσεις πάνω σε θρησκευτικά θέματα με Ορθόδοξους ιερωμένους
Στην Β΄ Ρώμη
Έτσι, ξεκινώντας με την Κωνσταντινούπολη κατά την εγκατάστασή τους, ίδρυσαν σχολεία στη Χίο (1627), στη Σμύρνη και τη Νάξο (1628), στη Σαντορίνη το 1642, στη Σύρο και την Άνδρο (1657), στο Ναύπλιο (1656), στην Αθήνα (1657), στη Μήλο (1661) και σε άλλα μέρη.[12] Με την ίδρυση γαλλικού προξενείου στα Ιεροσόλυμα το 1621, και το διάβημα των γαλλικών αρχών για αποστολή Καθολικών ιερωμένων για τις πνευματικές ανάγκες των Γάλλων υπηκόων εκεί, στάλθηκαν Ιησουίτες στα Ιεροσόλυμα, καθώς και στη Ναζαρέτ. Το 1623 δημιούργησαν ιεραποστολικό σταθμό στη Σμύρνη και άρχισαν να παραδίδουν μαθήματα ξένων γλωσσών, κάτι που προσέλκυσε μεγάλο αριθμό ενδιαφερομένων. Με την άδεια του ορθόδοξου μητροπολίτη Σμύρνης Ιακώβου πήραν την άδεια να κηρύττουν μέσα σε ορθόδοξες εκκλησίες και εννέα χρόνια αργότερα ο ίδιος ιεράρχης εγκωμίασε με επιστολή του στον Γάλλο βασιλιά, τις αρετές των Ιησουιτών.
Στο ( αμαρτωλό ) Άγιο Όρος
Επίσης ίδρυσαν σχολείο και μέσα στο Άγιο Όρος, στις Καρυές, το 1635 για να μορφώνονται οι ορθόδοξοι μοναχοί. Η σχολή ιδρύθηκε ύστερα από αίτημα του ηγούμενου της Μονής Βατοπεδίου Ιγνατίου προς τον πάπα το 1628. Το 1641 το σχολείο μεταφέρθηκε στη Θεσσαλονίκη και αυτό όχι εξαιτίας της αντίδρασης των μοναχών αλλά εξαιτίας της τουρκικής κυβέρνησης, που έβλεπε με δυσπιστία τη διείσδυση των Δυτικών στον Άθωνα. Το πρώτο σταθερό ίδρυμα των Ιησουιτών στον ελληνικό χώρο δημιουργήθηκε το 1594 στην τουρκοκρατούμενη Χίο. Ήταν η Μονή του Αγίου Αντωνίου του Εξωμερίτη στην πόλη της Χίου. Στον επόμενο αιώνα η σχολή της μονής αναπτύχθηκε αρκετά, καθώς μάλιστα φοιτούσαν εκεί 250 φοιτητές κάθε χρόνο, αλλά τερμάτισε τη δραστηριότητά της το 1695, όταν από μια σύντομη βενετική επιδρομή οι Τούρκοι την ξανακατέλαβαν.
Ιησουίτικες τακτικές
Πιστοί στον τρόπο λειτουργίας του τάγματος προκειμένου να επιτύχουν τους προσηλυτιστικούς σκοπούς τους, οι Ιησουΐτες πλησίαζαν και εξοικειώνονταν με τα ήθη και τα έθιμα, τη γλώσσα και τις συνήθειες κάθε τόπου. Ο ίδιος ο αρχηγός της αποστολής τους στη Κωνσταντινούπολη πατέρας Φραγκίσκος ντε Κανιγιάκ γράφει σε ένα γράμμα του το 1610 ότι «Για να μας αισθάνονται κοντά τους οι Έλληνες και οι Αρμένιοι αφήσαμε γενειάδα. Φορέσαμε ράσο χωρίς κολάρο και με μακριά μανίκια, σαν αυτό που φέρουν οι παπάδες». Έτσι στη Νάξο ο πατήρ Ρενέ De Saint-Cosme μελοποίησε το «Πάτερ ημών» για να το ψάλλουν οι πιστοί στα ελληνικά κατά τη διάρκεια της λειτουργίας στη Χίο. Οι νεοαφιχθέντες Ιησουίτες επιδίδονταν στην περιφορά θαυματουργών εικόνων σαν αυτή της Παναγίας του ευαγγελιστή Λουκά, που κατά τον πατέρα Δομήνικο Μαυρίκιο απάλλαξε το νησί από την ανομβρία το 1595.
Με την Ρωσία …..φιλαράκια
Με την απαγόρευση του Τάγματος από το 1773 έως το 1814 οι Ιησουίτες στα νησιά του Αιγαίου συνέχισαν το έργο τους. Για μεγαλύτερη ασφάλεια τους, το 1790 οι εναπομείναντες στον ελληνικό χώρο Ιησουίτες ενώθηκαν με το ρωσικό τμήμα της Εταιρείας του Ιησού, που είχε συνεχίσει τη λειτουργία του, αφού στη Ρωσία η Μεγάλη Αικατερίνη δεν είχε δημοσιεύσει το διάταγμα του πάπα για την κατάργηση του τάγματος, και έτσι αυτό δεν ίσχυε. Μάλιστα Έλληνες Ιησουίτες εργάστηκαν στη Λευκορωσία.
Με τη δραστηριοποίηση των μονών Σύρου και Τήνου το 1814 και την ίδρυση της Μονής Αθηνών το 1915 συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας το έργο τους. Το περιοδικό που εκδίδουν οι Έλληνες Ιησουίτες ονομάζεται Ανοιχτοί Ορίζοντες. (Και ….μάτια ερμητικά κλειστά )
Αν οι θεολόγοι μπορούσαν να εξηγήσουν το λόγο του Θεού θα ήταν gods θεοί
αλλά είναι άνθρωποι ημιμαθείς έως ποταποί.
Aν τα πανεπιστήμια χρειαζόταν θεολόγους να εξηγήσουν το λόγο του Θεού, θα φτιάχνανε τον παράδεισο και δεν θα ήταν σε αυτό το χάλι. Φτιάχνουν μόνο εταιρίες και μεγάλες φουσκωτές κοιλιές.
Αν η θεολογία ήταν εγγύηση για την δημοκρατία του θεού, δεν θα είχαμε Πάπες και Πατριάρχες στην εξουσία εφ όρου ζωής με τους Προέδρους ανατολικού και δυτικού μπλοκ να ακολουθούν το παράδειγμα τους και να τους ευλογούν σε αυτοκρατορίες και δικτατορίες.
Συνεπώς οι θεολόγοι να αφήσουν τα πανεπιστήμια της δημοκρατίας ήσυχα, οι ισόβιοι πατριάρχες και οι πάπες, εκτός ζωής, στον παράδεισο τους να αποτραβηχτούν και θεολογούν με την ησυχία τους, κανείς να μην τους ενοχλεί και, ο κόσμος θα είναι καλύτερος χωρίς αυτούς, πιο ευδαίμων και ευτυχής και…. εμείς οι απλοί άνθρωποι μαζί.
Αστραία