και ο Θεός Κύριος ( Μάρμας ) Νταγκών ψάρι ( Οάννης ) την Εποχή των Ιχθύων
Ο Άγιος Πορφύριος της Γάζας κάνει μνεία για τον μεγάλο θεό της Γάζας, που είναι γνωστός ως Marnas (Αραμαϊκά Marnā, ο «Κύριος»), ο οποίος θεωρήθηκε ως ο θεός της βροχής και των σιτηρών και επικαλείται σε περιόδους λοιμού και πείνας. Ο Marnas της Γάζας εμφανίζεται σε πολλά νομίσματα της εποχής του Αδριανού
Όσιος Πορφύριος επίσκοπος Γάζης
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη από πλούσιους γονείς. Αφού εγκατέλειψε γονείς και πλούτη (τα οποία, αργότερα σαν Επίσκοπος, διεκδίκησε και έλαβε το μερίδιο που του αναλογούσε), αναχώρησε για την Αίγυπτο που ήταν τότε μεγάλο μοναστικό κέντρο και έγινε μοναχός σε σκήτη. Αργότερα χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος και μετά εξελέγη Επίσκοπος Γάζης.
Με τη βοήθεια του Άγιου Ιωάννη του Χρυσόστομου κατάφερε να πείσει τον αυτοκράτορα Αρκάδιο και τη σύζυγο του Ευδοξία να κατεδαφιστούν όλοι οι ναοί των Ελλήνων στη Γάζα, οι οποίοι ακόμα λειτουργούσαν, και προπάντων το φημισμένο Μαρνείο, περίφημος Ελληνικός ναός αφιερωμένος στο Δία που θεωρείτο σαν ο σημαντικότερος της εποχής και είχε ιδρυθεί από τον αυτοκράτορα Αδριανό το 129 μ.Χ.. Αυτό δε το καταστροφικό μένος περιέλαβε και όλα τα αγάλματα Στη θέση του Μαρνείου ανοικοδομήθηκε χριστιανικός ναός με χορηγία της αυτοκράτειρας Ευδοξίας, η οποία απέστειλε για τον σκοπό αυτό στη Γάζα τον Αντιοχέα αρχιτέκτονα Ρουφίνο. Ο ναός αυτός, που ονομάστηκε Ευδοξιανός, είχε 32 μεγάλους κίονες από καρυστινό μάρμαρο και τα εγκαίνιά του έγιναν το Πάσχα του 407 μ.Χ.
Πέθανε το 420 μ.Χ. μετά από σύντομη ασθένεια, σε ηλικία 72 ετών και όπως λέν οι συναξαριστές, «τὸν καλὸν ἀγῶνα τετελεκῶς πρὸς τοὺς εἰδωλομανεῖς ἕως τῆς ἡμέρας τῆς κοιμήσεως αὐτοῦ».
Φοινίκη της Εποχής του Σιδήρου
Η φοινικική επιγραφή στη σαρκοφάγο του βασιλιά Eshmunʿazar της Σιδώνας (5ος αιώνας π.Χ.) αναφέρει: «Επιπλέον, ο Κύριος των Βασιλέων μας έδωσε το Dor και την Joppa , τις πανίσχυρες χώρες του Dagon, που βρίσκονται στην πεδιάδα του Sharon , σύμφωνα με τα σημαντικά πράξεις που έκανα»
Στην Εβραϊκή Βίβλο , ο Dagon αναφέρεται τρεις φορές ως ο αρχηγός θεός των Φιλισταίων . Ωστόσο, δεν υπάρχουν αναφορές στον Dagon ως θεό των Χαναναίων . Σύμφωνα με τη Βίβλο, οι ναοί του βρίσκονταν στο Beth-dagon στην επικράτεια της φυλής του Asher ( Ιησούς του Ναυή 19.27 ) και στη Γάζα (βλ . τελευταία πράξη). Ένας άλλος ναός, που βρίσκεται στο Ashdod , αναφέρθηκε στο 1 Σαμουήλ 5:2–7 και πάλι μέχρι το 1 Μακκαβαίων 10.83 και 11.4. Το κεφάλι του βασιλιά Σαούλ εκτέθηκε σε ναό του Δαγών μετά τον θάνατό του ( Α’ Χρονικών 10:8–10 ). Υπήρχε επίσης μια δεύτερη θέση γνωστή ως Beth-Dagon στον Ιούδα (Ιησούς του Ναυή 15.41).
Η αφήγηση στο 1 Σαμουήλ 5.2–7 αναφέρει πώς η Κιβωτός της Διαθήκης πιάστηκε από τους Φιλισταίους και μεταφέρθηκε στο ναό του Dagon στην Ashdod. Το επόμενο πρωί οι Ashdodites βρήκαν την εικόνα του Dagon ξαπλωμένος μπροστά στην κιβωτό. Τοποθέτησαν την εικόνα όρθια, αλλά και πάλι το πρωί της επόμενης μέρας τη βρήκαν προσκεκλημένη μπροστά στην κιβωτό, αλλά αυτή τη φορά με κομμένα κεφάλι και χέρια, ξαπλωμένη στο miptān που μεταφράζεται ως «κατώφλι» ή «βάθρο».
Παράδοση του Θεού-Ψάρι
Κατά τον ενδέκατο αιώνα, ο σχολιαστής της Εβραϊκής Βίβλου Rashi γράφει πάνω σε μια Βιβλική παράδοση, ότι το όνομα Ντάγκον είναι συγγενές με την εβραϊκή λέξη dag / dag «ψάρια» και συνεπώς θεωρούταν ότι είχε σχήμα ψαριού: συγκρινόμενος με τον Βαβυλωνιακό θεό-ψάρι Oannes.
Η μορφή του ψαριού μπορεί να θεωρηθεί βέβαια και ως ένα φαλλικό σύμβολο, όπως φαίνεται στην ιστορία του αιγυπτιακού θεού των σιτηρών Όσιρι, του οποίου το πέος ήταν φαγωμένο έτσι που έμοιαζε με την μορφή ψαριού του Νείλου μετά από την επίθεση που δέχτηκε από το τυφωνικό θηρίο Set. Ομοίως, και ο μύθος που περιγράφει την προέλευση του αστερισμού του Αιγόκερου, τον Έλληνα θεό της φύσης Πάνα έγινε ψάρι από τη μέση και κάτω, όταν πήδηξε στο ποτάμι, μετά από την επίθεση του Τιτάνα Τυφών.
Zeus Marnas – Κατά τη ρωμαϊκή εποχή στην Παλαιστίνη. Οι κάτοικοι της Γάζας ασπάστηκαν τον Χριστιανισμό και αργότερα στο Ισλάμ. Το άγαλμα του Δία Μάρνα βρέθηκε στο Tel Ajjul της Γάζας και κατασχέθηκε από τους Οθωμανούς.
Το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων ανάγει την ύπαρξή του στην αρχαιότερη χριστιανική Εκκλησία της Ιερουσαλήμ, η οποία ιδρύθηκε εκεί αμέσως μετά τη σταύρωση και την ανάσταση του Ιησού Χριστού το έτος 33 μ.Χ., και για τον λόγο αυτό αυτοαποκαλείται και «Μήτηρ πασῶν τῶν Ἐκκλησιῶν». Με πρώτο πατριάρχη τον Ιάκωβο τον ψαρά που ασχολούνταν με την αλιεία στη λίμνη Γεννησαρέτ, Είχαν δικό τους πλοίο με τον Ιωάννη και φαίνεται πως διεύθυναν αρκετά εύρωστη επιχείρηση, με οποία συνεργαζόταν και ο Πέτρος (Λουκ.5,10).
Το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων διαιρεί την πολυκύμαντη ιστορία του σε τρεις μεγάλες περιόδους:
Α΄ Περίοδος: Από της ίδρυσης μέχρι τη κατάκτηση της Ιερουσαλήμ από τους Άραβες (33 – 638)
Β΄ Περίοδος: Από της Αραβικής μέχρι της Τουρκικής κατάκτησης (638 – 1517) και
Γ΄ Περίοδος: Από της Τουρκικής κατάκτησης μέχρι σήμερα. (1517 – σήμερα).
Προκαθήμενός του από τις 22 Αυγούστου 2005, έχει με τον τίτλο Πατριάρχης της Αγίας Πόλεως Ιερουσαλήμ και πάσης Παλαιστίνης, Συρίας, Αραβίας, Πέραν του Ιορδάνου, Κανά της Γαλιλαίας και Αγίας Σιών
Από τον Οάννη στο Νταγκών μέσα στα δίχτυα του υπερ ανεπτυγμένου θρησκευτικού συναισθήματος της ιχθυακής ποσειδώνιας θρησκείας
Αστραία