Έλλην ή Ρωμιός

Το Ελληνικό Γένος δια πυρός και σιδήρου

Το παλαιότερο” Γραικός “ γηραιός, ατλαντικά φύλα Βοιωτία
το μετατλαντικό “Ρωμιός” τρωικές υποφυλές, δούλος της Α΄ και Β΄ Ρώμης και Γ΄ Ρώμης κλπ
το νεότερο Πολίτης Οπλίτης “Έλλην”, Γαλαξιακά φύλα, δούλος και υπήκοος κανενός ,Λίθος Φωτός
ως εκ του Ηλίου Ζωοδότης Λαμπερό
ς

Ένας κύκλος γης ΝΗΣΙ Φωτός

Σημαντικόν ρόλον στήν οριστικοποίησιν τού ελληνικού ονόματος έπαιξε πάντως τό περίφημο πατριωτικό κείμενο «Ελληνική Νομαρχία» (1806), πού θά μπορούσε νά χαρακτηρισθή ως η Βίβλος τού Νέου Ελληνισμού. Στό έργο αυτό γίνεται γιά πρώτη φορά μία σημαντική διάκρισις μεταξύ τών Βυζαντινών-Ρωμαίων αφ’ ενός καί τών Ελλήνων αφ’ ετέρου. Ο Ανώνυμος συγγραφεύς της κάνει παντού λόγο περί Ελλήνων καί μάλιστα σέ εποχή πού τό όνομα δέν είχε ακόμη απαλλαγή τελείως από τό «πρόκριμα», τό στίγμα δηλ. τής ειδωλολατρείας: «Ηγγικε η ώρα, ώ Ελληνες, τής ελευθερώσεως τής πατρίδος !».

Μετά τήν Απελευθέρωσι τά ονόματα Ελλάς, Ελλην κατοχυρούνται συνταγματικώς, ενώ μόνον στό περιθώριον τού εθνικού βίου διετηρήθησαν πλέον τά ονόματα Ρωμιός, Ρωμιοσύνη, Ρωμέϊκο καί μάλιστα μέ διάθεσιν χλευαστική, ευτελιστική. Τό «Γραικός» σχεδόν εκλείπει καί μόνον ποιητική αδεία εμφανίζεται σποραδικώς σέ κείμενα και λόγους.
Ο Ρωμιός καί η Ρωμιοσύνη όμως, αν καί εν περιθωρίω, δέν εξέλιπον τελείως, απεναντίας είχαν κατά καιρούς τούς νοσταλγούς τους.

Έλληνες Γραικοί ή Ρωμιοί

Αποφάσισε, Γκρέκο μασκαρά, τι θέλεις να είσαι, με ποιους θα πας και ποιους θα αφήσεις

Αστραία

Από που εκπορεύεται το Πνεύμα

Περιφορές Πνεύματων στη Δύση και την Ανατολή …….πάνω από τα ύδατα του Ποσειδώνα

Ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν. β’ ἡ δὲ γῆ ἦν ἀόρατος καὶ ἀκατασκεύαστος, καὶ σκότος ἐπάνω τῆς ἀβύσσου, καὶ πνεῦμα Θεοῦ ἐπεφέρετο ἐπάνω τοῦ ὕδατος. α Γένεσις


Ο λόγος για το πνεύμα πολύς, από το βιβλίο της Διαθήκης της Παλαιής, της παλαιάς Λεμουρίας που περιφέρεται στα ύδατα της γης, μέχρι τον εμφύλιο πόλεμο των χριστιανών Ορθοδόξων και Καθολικών για την εκπόρευση του, το περίφημο φιλιόκβε που οδήγησε στο Σχίσμα των Εκκλησιών.
Οι ορθόδοξοι ισχυρίζονταν ότι το Πνεύμα εκπορεύεται εκ του Πατρός και μόνο, οι καθολικοί εκ του Πατρός και του Υιού.
Ποια είναι η διαφορά τους η ουσιαστική;
Η κύρια διαφορά και αιτία πραγματική για όλη αυτή την σφαγή είναι φυσικά τα οφίτσια και τα πρωτεία του θρησκευτικού θρόνου, η εξουσία δηλαδή. Μη φαντασθεί κανείς ότι νοιάζονται για το πτωχό Πνεύμα, επουδενί.
Η Εκκλησία Δυτική και Ανατολική ,ήτανε μαζί και αρμέγανε το ποδηγετούμενο χριστεπώνυμο πλήθος μέχρι το 1054 που επισημοποιήθηκε το σχίσμα στον χριστιανικό εμφύλιο πόλεμο της θρησκείας της αγάπης και της ειρήνης κλπ κλπ
Έχουν χυθεί τόνοι μελάνης για αυτή τη διαφορά, θεολογώντας εκατέρωθεν, των δύο πλευρών στα σεντόνια της μωρίας επεξηγώντας και ερμηνεύοντας τα λόγια του Πατρός του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, φάσκοντας και αντιφάσκοντας αμφότερες οι πλευρές.
Για τον απλούστατο λόγο ότι, αν ο παντοδύναμος πανάγαθος και φιλέσπλαχνος και πάνσοφος Θεός χρειάζεται τέτοιου είδους θεολογικά σεντόνια από αυτούς τους μικρονοϊκούς και αλλοπρόσαλλους ανθρώπους να εξηγηθεί και να ερμηνευτεί, δεν μοιάζει και πολύ λογικός και ούτε καν ως Θεός δεν μπορεί να σταθεί.
Φυσικά οι απατεώνες θεολόγοι συναγωνίζονται τους απατεώνες δικηγόρους που φτιάχνουν απίστευτους νομικούς λαβύρινθους για να μην βγάζει κανείς άλλος άκρη με τους νόμους και τα δικαστικά και να τους πληρώνει αδρά. Θα μπορούσαν τα πράγματα να ήταν πιο απλά ,αλλά αυτοί δεν θα κερδίζανε τόσα πολλά υλικά αγαθά πουλώντας και ξεπουλώντας τον θεό και το πνεύμα με την οκά.
Οι χριστιανοί ορθόδοξοι της Β΄ Ρώμης ισχυρίζονται ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται μόνο εκ του Πατρός. Μα αν το πνεύμα εκπορεύεται μόνο εκ του Πατρός, το πνεύμα του Υιού είναι ελλιπές και έρχεται σε δεύτερη μοίρα. Λείπει κάτι από το πνεύμα του Υιού, λέει η απλή λογική, που σημαίνει πως δεν μπορεί να το εμπιστευτεί κανείς πολύ.
Οι χριστιανοί καθολικοί λένε πως το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται εκ του Πατρός και εκ του Υιού. Μα αν το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται εκ του Πατρός και του Υιού σημαίνει πολύ απλά πως προηγείται από τον Πατέρα και τον Υιό δηλαδή είναι υπεράνω και τους διοικεί. Υπήρχε, πριν να δημιουργηθεί το κάθε τι. Διότι τίθεται η απλή ερώτηση, ποιος δημιουργήθηκε πρώτα το Πνεύμα ο Πατέρας σου ή Υιός; Αν είναι ταυτοχρόνως, προς τι αυτός ο διαχωρισμός και τριτοχωρισμός; Σε κουβέντα να βρισκόμαστε και να γράφουμε ατελείωτες θεολογίες;
Η ουσιαστική διαφορά του Φιλιόκβε βρίσκεται στη διαφορά νοοτροπίας Ανατολής και Δύσης.
Οι χριστιανοί ορθόδοξοι της Β΄ Ρώμης επειδή είναι ανατολίτες έχουν πιο έντονη την ανατολίτικη νοοτροπία, τον θέλουν τον κύριο και αφέντη τους είναι συνηθισμένοι σε αυτή την κατάσταση δούλου και κυρίου αφέντη είναι της αριστερής πλευράς ( έχουν πάρει διαζύγιο με την λογική ) για αυτό και υποστηρίζουν πως το Πνεύμα εκπορεύεται μόνο του Πατρός Αφέντη που θυσιάζει ακόμη και τα παιδιά για τον θρόνο του και την δόξα του. Ο διαφωτισμός και η επιστήμη δεν θα μπορούσαν να εκπορευθούν από την Ανατολή, όπως και δεν εκπορεύτηκαν. Ακόμη και σήμερα πνέουν τα μένεα και νοσταλγούν την ευτυχή συγκατοίκηση με τους αδελφούς μουσουλμάνους, παραφυάδα του ιουδαιοχριστιανισμού και αυτοί μονοπωλώντας τον Παράκλητον με τον προφήτη τους.
Οι χριστιανοί καθολικοί επειδή είναι Δυτικοί, είναι πιο ορθολογιστές για αυτό και εκπορεύουν το Πνεύμα και από τον Υιό που είναι ο ενσαρκωμένος Λόγος, υποτίθεται η λογική, για να την καταπατήσουν μετά, αλλά αυτό είναι ένα άλλο θέμα που θα ασχοληθούμε άλλη φορά.
Οι χριστιανοί ορθόδοξοι της Β΄ Ρώμης έχουν και ένα άλλο πρόβλημα να λύσουν, το ρωμαϊκό. Ισχυρίζονται ότι είναι Ρωμιοί Ρωμαίοι δηλαδή απόγονοι A Ρώμης με αυτό τον τρόπο δίνουν de facto την πρωτιά τους Ρωμαίους της Α ΄Ρώμης.
Γιατί αν δεν ήταν οι Ρωμαίοι της Α ΄Ρώμης πρώτοι, η Α Ρώμη θα λεγόταν Β Κωνσταντινούπολη και οι «Ρωμαίοι» καθολικοί Κωνσταντινοπολίτες. Τόσο απλά είναι τα πράγματα, δεν χρειάζονται δα και φοβερά μαθηματικά για μια λογική πρόταση. Να δούμε τώρα που θα τους ονομάσει ο Ρωμιορώσος Πούτιν, διότι είναι Ρωμιός και αυτός ορθόδοξος, Σλαβορωμιούς της Γ Ρώμης, τι θα λένε.
Δεν μπορεί λοιπόν να τα έχουμε όλα δικά μας και Ρωμαίοι Ρωμιοί και Έλληνες και Βυζαντινοί και τα πρωτεία και τις εκπορεύσεις του πνεύματος όπως μας βολεύουν .
Τελικά από πού εκπορεύεται το Άγιο Πνεύμα;
Το Πνεύμα εκπορεύεται από τον Αετό, είναι απλό. Φυσικά δεν υπάρχει κανένα μονοκέφαλο πουλί , τρόπος του λέγειν. είναι μία λέξη για να περιγράψει κανείς το ανείπωτο και αυτό που δεν μπορεί να ειπωθεί, μην το παίρνουνε κατά κυριολεξία.
Ο Αετός βεβαίως, δεν δίνει δεκάρα για τους θεολόγους ευτυχώς και ούτε ακούει προσευχές και παρακάλια πτωχών στο πνεύμα ανθρώπων και καλά κάνει. Μοιράζει τη Συνείδηση και την παίρνει πίσω με τόκο της ανθρώπινης εμπειρίας . Είναι αυτό που μπορεί να ειπωθεί και να γράφει με την ανθρώπινη μορφή και είναι αρκετό για να πορευτεί κανείς στη ζωή με μέτρο σύνεση πολλή.
Τα υπόλοιπα θεολογικά μπερδεμένα μαλλιά κουβάρια είναι για να ενεργοποιούν τη Μέδουσα και να μαρμαρώνουν όποιον την κοιτά. Δεν μπορείς να κοιτάξεις τη Μέδουσα κατάματα και τις απόρροιες του Αετού. Γύρω έχουμε καμένους ανθρώπους ειδικά στα θέματα τα θρησκευτικά. Προσπάθησαν να δουν τον θεό και κάηκαν , κάρβουνο έγιναν οι πτωχές Σεμέλες.

Γεννήσανε όμως τον Διόνυσο. Κάτι είναι και αυτό….

Αστραία

Έλληνες Γραικοί ή Ρωμιοί

Τα εθνικά ονόματα των Ελλήνων

» Καί με τήν ευκαιρία αυτήν, πρέπει νά γίνη οριστικός διαχωρισμός μεταξύ Ρωμιοσύνης καί Ελληνισμού, διότι οι έννοιες δέν ταυτίζονται. Ρωμιοσύνη είναι τό Γένος εν δουλεία καί ο Ρωμιός είναι ραγιάς, ενώ η Ελλάς πού απετίναξε μέ αγώνες τήν στυγνή δουλεία, γράφει ήδη τήν ιστορία της, ως ελεύθερο καί επίλεκτο μέλος της κοινωνίας τών εθνών.
Εξ άλλου ο Ρωμιός ως έννοια σήμερα, έχει καταντήσει νά θεωρήται κακέκτυπον τού Ελληνος, συνώνυμο τής παθητικότητος, τής κακομοιριάς καί τής μιζέριας. Ελλην τής παρακμής.»

ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΡΩΜΙΟΙ, ενδιαφέρον άρθρο του Ιωάννου-Άδωνη Μελικέρτη για το εθνικό όνομα των Ελλήνων

Το εθνικόν όνομα τών Ελλήνων επέρασε από μεγάλες περιπέτειες καί μεταπτώσεις διά μέσου τών αιώνων. Αχαιοί, Δαναοί, Αργείοι, Ελληνες, Γραικοί, Ρωμαίοι καί κατά παραφθοράν Ρωμιοί, ήσαν μερικά από τά ονόματα τού λαού μας στήν μακραίωνα ιστορική διαδρομή του.
Μόνον μέ τήν δημιουργία τού Νεοελληνικού Κράτους τό 1830 επεκράτησαν οριστικώς τά ονόματα Ελλάς καί Ελλην, όχι όμως χωρίς αντίδράσεις καί αγώνες.
Πρέπει δέ νά λεχθή κάτι όχι καί τόσο γνωστό στούς πολλούς,ότι δηλαδή μέχρι τότε τό όνομα τής χώρας καί τού λαού της ούτε δεδομένο ήταν, ούτε αυτονόητο, όπως άλλωστε θά φανή εν συνεχεία.
Οι ελληνόφωνοι καί χριστιανοί υπήκοοι τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όταν δέν ήσαν Ρούμ-Ρωμιοί, συναποτελούσαν απλώς κάποιο αόριστο καί εθνικώς απρόσωπο «Γένος», χωρίς άλλα προσδιοριστικά.

Πολλές ζυμώσεις, συζητήσεις, θέσεις καί αντεγκλήσεις προηγήθησαν, πρίν καθιερωθούν τά ένδοξα ονόματα Ελλάς καί Ελλην. Τό γεγονός αυτό ήταν κοσμοϊστορικής σημασίας, αφού τό ελληνικόν όνομα ανεβίωσε καί επισήμως στήν χώρα όπου εγεννήθη ύστερα από 2000 περίπου έτη ιστορικού ύπνου.
Ο Κωνστ. Παπαρρηγόπουλος, στήν «Ιστορία τού Ελληνικού Εθνους» απέδειξεν ότι τό Εθνος αυτό επέζησε τής ρωμαϊκής κατακτήσεως. Δέν απέθανε, είπε, τό 146 π.Χ. γιά νά αναστηθή τό 1821, όπως περίπου ήθελαν νά παραστήσουν οι ξένοι καί εδέχοντο πολλοί κλασσικισταί δικοί μας.
Μετά τήν ρωμαϊκή κατάκτηση καί οπωσδήποτε μετά τό ιστορικό διάταγμα (Constitutio Antoniniana) τού Καρακάλλα τό 212 μ.Χ. όλοι οι κάτοικοι τού κράτους έλαβαν τό όνομα τού Ρωμαίου πολίτου και τά αντίστοιχα δικαιώματα, τά απορρέοντα από αυτό.
Υπό τό όνομα αυτό εκαλούντο καί οι υπήκοοι τής λεγομένης Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, πού δέν ήταν βέβαια Βυζαντινή, αλλά τύποις και ουσία χριστιανικόν Ρωμαϊκόν Κράτος – Imperium Romanum, αργότερα δε καί ελληνιστί Ρωμανία. Οι ελληνόφωνοι καί μή λαοί τής Αυτοκρατορίας διετήρησαν τό όνομα «Ρωμαίοι», αφού άλλωστε τό όνομα τών Ελλήνων ευρίσκετο υπό διωγμόνκαί καταφρόνησιν, ως συνώνυμον τού ειδωλολάτρου, τού Εθνικού. Ειδικώς οι κάτοικοι τής κυρίως Ελλάδος διεκρίνοντο καί μέ το τοπικό όνομα «Ελλαδικοί» ή «Κατωτικοί», όχι πάντως Ελληνες.
Η ιδία κατάσταση συνεχίσθη καί κατά τήν διάρκειαν τής Τουρκοκρατίας, μόνον πού τό όνομα υπέστη μίαν βαθμιαία μετάπτωσι προς τό «Ρωμιός», κυρίως μεταξύ τών ευρέων στρωμάτων τού λαού.

Κατά τούς Τούρκους δυνάστες όλοι οι χριστιανοί ραγιάδες τών ευρωπαϊκών περιοχών ήσαν «Ρούμ» καί η χώρα των Ρούμελη (Rumili =Χώρα τών Ρωμιών), κατ’ αντιδιαστολήν πρός τήν Ανατολίαν (Anadolu), πού περιελάμβανε τάς ασιατικάς επαρχίας.
Η Ρούμελη, καί κατά τούς λογίους Ρωμυλία, περιελάμβανε όλη την χερσαία Βαλκανική, πλήντής Βλαχοβογδανίας, τής Βοσνίας καί εκτός φυσικά τής Κρήτης, τής Κύπρου καί τών νήσων τούΑιγαίου.
Μετά τήν Απελευθέρωσιν, Ρούμελη ως γνωστόν ωνομάσθη από τόν λαό η Στερεά Ελλάς, τό πρώτο χερσαίο τμήμα, πού απεσπάσθη από τά εδάφη τής Ευρωπαϊκής Τουρκίας, τής ευρυτέρας Ρούμελης δηλαδή.

Η ονομασία Ρωμιός χάνει επί τουρκοκρατίας την αίγλη του “αυτοκρατορικού” Ρωμαίος και με τις σκληρές συνθήκες της υπό ζυγόν διαβίωσης αποκτά την χροιά του καταφερτζή, του καπάτσου, του ξύπνιου.
Η έρις περί τό όνομα άρχισε κυρίως μετά τήν Επανάστασιν του 1770, μέ τήν προϊούσαν αφύπνισιν τού Εθνους καί τήν προσδοκίαν τής Παλιγγενεσίας.

Τρία ήσαν τά υποψήφια εθνικά ονόματα: Ρωμιοί, Γραικοί καί Ελληνες. Τό τελευταίο εβαρύνετο από ό,τι ωνόμαζε ο Δημήτρ. Καταρτζής «πρόκριμα», δηλαδή τό προαιώνιον στίγμα τής ειδωλολατρείας…
Ο ευρωπαϊστής Κοραής απέρριπτε τό Ρωμιός καί μεταξύ τών δύο άλλων προέκρινε τό Γραικός,»…επειδη ούτω μάς ονομάζουσι τά φωτισμένα έθνη τής Ευρώπης …», όπως έλεγε. Ελληνας απεκάλει μόνον τους αρχαίους προγόνους.
Εξ άλλου ο φωτιστής τού Εθνους Κοσμάς ο Αιτωλός, αμέσως μετά τά ορλωφικά καί τούς μαζικούς τότε εξισλαμισμούς, διατρέχων απ’ άκρου εις άκρον τήν χώραν, έκήρυττε παντού μέ ένθεον ζήλον: «Νά σπουδάζετε τά παιδιά σας νά μαθαίνουν ελληνικά, ….. διότι καί η Εκκλησία μας είναι εις τήν ελληνικήν, καί τό γένος μας είναι ελληνικόν». Γενναίοι καί αφυπνιστικοί λόγοι μέσα εις ένα κλίμα σκοταδισμού, αλλά καί τής τρομοκρατίας τών Τούρκων μετά την αποτυχίατής Επαναστάσεως τού 1770.
Οσο καί άν αυτά τά λόγια φαίνονται σήμερα φυσικά καί αυτονόητα, τό φλογερό κήρυγμα τού Κοσμά στά σκληρά εκείνα χρόνια ήχησε σαν κάτι τό πρωτόγνωρο καί επαναστατικό καί είχε τεραστίαν απήχησιν εις τήν ψυχήν τού λαού καί τήν εθνικήν αυτοσυνειδησίαν.
Πραγματική δρόσος εν ερημία…
Τήν ίδια περίπου εποχή, τό 1768, ο Ευγένιος Βούλγαρις εκθέτει γιατί αυτός προτιμά τό Γραικός, «.. αποφεύγοντες τό μέν Ελληνες διά τήν έμφασιν τής ειδωλοθρησκείας, τό δέ Ρωμαίοι πρός αντιδιαστολήν τών Ρωμάνων».
Οι Φαναριώται, οι πατριαρχικοί κύκλοι, οι προεστοί καί αρκετοί εκ τών κυρίων φορέων τού Διαφωτισμού τού 18ου αιώνος ησθάνοντο Ρωμιοί. Οι Ελληνες τής Κωνσταντινουπόλεως ακόμη καί σήμερα ονομάζονται επισήμως καί υποχρεωτικώς «Ρωμιοί».

Ο Δημήτριος Καταρτζής, στό «Σχέδιο τής Αγωγής τών Παιδιών Ρωμηών καί Βλάχων», εμφανίζεται υπέρμαχος τής «ρωμαϊκιάς γλώσσας», όπως έλεγε τήν κατ’ αυτόν Δημοτικήν. Ο ίδιος διαπιστώνει με δυσφορία τό 1783 τήν επικράτησιν τού ονόματος «Ελληνες» καί απορεί «πώς μερικοί σπουδαίοι (σημ. λόγιοι) τολμούν νά λέν τόν εαυτό τους Ελληνες καί νά μήν τό’ χουν πρόκριμα καθό χριστιανοί, και ατιμία καθό Ρωμηοί;».
Ο Αθανάσιος ο Πάριος (1723-1813), ο κορυφαίος τών «κολλυβάδων» τής εποχής καί προσφάτως (1994) αγιοποιηθείς, προχωρεί ακόμη περισσότερο. Στόχος του είναι «οι ελληνόφρονες», οι δήθεν «ζήλω διαπύρω κινούμενοι υπέρ τής ελευθερίας τού Γένους». Κηρύσσει την «υποταγή στήν θεόσταλτη εξουσία τού Σουλτάνου» καί καταλήγει με τόν ανατριχιαστικόν αφορισμό: «Οι ελληνόφρονες είναι άξιοι μαχαίρας …!».
Απίστευτα πράγματα, πού μάς αφήνουν κυριολεκτικώς άφωνους …
Ηταν εν πολλοίς ανεξήγητο τό μένος αυτών καί μερικών άλλων κατά τών Ελλήνων καί τού ελληνικού ονόματος, όταν μάλιστα τό Εθνος ολόκληρο εστέναζε υπό ξένον βάρβαρον δυνάστην.

Εν πάση περιπτώσει οι παράταιρες αυτές σκέψεις καί άλλες ανάλογες, δείχνουν πολύ παραστατικά τό ιδεολογικό κλίμα καί τήν προβληματική τής προεπαναστατικής περιόδου.
Ο Ρήγας Βελεστινλής χρησιμοποιεί εναλλάξ τούς όρους Ρούμελη και Ελλάς γιά τόν ευρύτερο ελληνικό καί βαλκανικό χώρο, όπως επίσης καί τά ονόματα Ελλην καί Ρωμιός. Στόν Θούριό του πάντως απευθύνεται σέ Ρωμιούς: «Βουλγάροι κι’ Αρβανίτες, Αρμένιοι καί Ρωμηοί..».
Ο Κων. Κούμας προτιμά τό Γραικός, ακολουθών εν προκειμένω τον Κοραήν. Ακόμη καί ο Αλέξανδρος Υψηλάντης στήν επικεφαλίδα της Προκηρύξεως τού Ιασίου (24 Φεβ 1821), πρός «Ανδρας Γραικούς …» απευθύνεται. Παρακάτω όμως αναφέρεται περί Ελλήνων, ενώ ο ίδιος έφερε τόν τίτλον «Γενικός Επίτροπος τού Ελληνικού Εθνους».
Είναι φανερόν λοιπόν ότι η πολυφωνία καί η διάστασις απόψεων ήταν πλήρης. Στά κρίσιμα εκείνα χρόνια τού Διαφωτισμού, τό αναγεννώμενον Εθνος ήταν ακόμη εις αναζήτησιν τής ταυτότητός του.

Από τήν τελευταίαν 20ετίαν τού 18ου αιώνος καί υπό τήν επίδρασιν τού Ευρωπαϊκού Ρωμαντισμού, τά ονόματα Ελλην, Ελλάς αποκτούν σαφές προβάδισμα. Συγχρόνως σημειώνεται μία εντυπωσιακή στροφή πρός τήν ένδοξον ελληνικήν αρχαιότητα, πού εκφράζεται με τίς μαζικές απονομές αρχαίων ονομάτων στά βαπτιζόμενα βρέφη, κάτι γιά τό οποίον τό Πατριαρχείον αντιδρά δι’ έγκυκλίου μέ αυστηρότητα, «… διά τήν καταφρόνησιν τής χριστιανικής ονοματοθεσίας».
Ενας σοβαρός λόγος επικρατήσεως τού ελληνικού ονόματος, ήταν ότι στήν συνείδηση τών υποδούλων τό όνομα Ρωμιός-Ρούμ παρέπεμπε στην τουρκική δεσποτεία καί γι’ αυτό ηθέλησαν μαζί μέ τόν ζυγό να αποτινάξουν καί τό όνομα, πού τόν υπενθύμιζε.
Σημαντικόν ρόλον στήν οριστικοποίησιν τού ελληνικού ονόματος έπαιξε πάντως τό περίφημο πατριωτικό κείμενο «Ελληνική Νομαρχία» (1806), πού θά μπορούσε νά χαρακτηρισθή ως η Βίβλος τού Νέου Ελληνισμού. Στό έργο αυτό γίνεται γιά πρώτη φορά μία σημαντική διάκρισις μεταξύ τών Βυζαντινών-Ρωμαίων αφ’ ενός καί τών Ελλήνων αφ’ ετέρου. Ο Ανώνυμος συγγραφεύς της κάνει παντού λόγο περί Ελλήνων καί μάλιστα σέ εποχή πού τό όνομα δέν είχε ακόμη απαλλαγή τελείως από τό «πρόκριμα», τό στίγμα δηλ. τής ειδωλολατρείας: «Ηγγικε η ώρα, ώ Ελληνες, τής ελευθερώσεως τής πατρίδος !».

Μετά τήν Απελευθέρωσι τά ονόματα Ελλάς, Ελλην κατοχυρούνται συνταγματικώς, ενώ μόνον στό περιθώριον τού εθνικού βίου διετηρήθησαν πλέον τά ονόματα Ρωμιός, Ρωμιοσύνη, Ρωμέϊκο καί μάλιστα μέ διάθεσιν χλευαστική, ευτελιστική. Τό «Γραικός» σχεδόν εκλείπει καί μόνον ποιητική αδεία εμφανίζεται σποραδικώς σέ κείμενα και λόγους.
Ο Ρωμιός καί η Ρωμιοσύνη όμως, αν καί εν περιθωρίω, δέν εξέλιπον τελείως, απεναντίας είχαν κατά καιρούς τούς νοσταλγούς τους. Τό δημοτικιστικό κίνημα από τής εποχής ακόμη τού Ιω. Βηλαρά συνεδέθη όχι απλώς μέ τήν δημοτική, τήν «ρωμέϊκη γλώσσα», αλλά καί μέ τό ίδιο τό όνομα τών Ρωμιών. Δέν είναι καθόλου τυχαίο ότι τό αδιάλλακτο περιοδικό όργανο των δημοτικιστών, πού εξεδόθη τό 1903 από τόν Δ.Π. Ταγκόπουλο, δεν εύρε άλλον τίτλο νά χρησιμοποιήση από τό όνομα τού βασιλέως Νουμά τής Ρώμης, μυθικού προστάτου τών λατινικών γραμμάτων.
Θά μπορούσε βάσιμα νά υποθέση κανείς ότι ο «Νουμάς» αποσκοπούσε νά υπηρετήση τά ρωμαϊκά μάλλον καί όχι τά ελληνικά ιδεώδη.

Ο Γιάννης Ψυχάρης πάλι εθαύμαζε ανεπιφύλακτα τό ρωμαϊκό πνεύμα τής ενότητος καί περιφρονούσε τήν ελληνική τάσι γιά διάσπασι. Εγραφε π.χ. «… όταν ο Μπότσαρης καί οι όμοιοί του ξεσηκώνονταν, υπάκουσαν χωρίς μήτε νά τό ξέρουν σέ μία ρωμαϊκή πολιτική ώθηση». Αντίθετα έβλεπε ότι «η Ακρόπολη μ’ όλη τήν αρχαία της δόξα είναι έτοιμη (άκουσον !) νά πέση νά μάς πλακώση..», όπως γράφει στις πρώτες σελίδες τού «Ταξιδιού» (1888). Ο Ψυχάρης μέχρι τέλους της ζωής του ησθάνετο Ρωμιός καί «η καρδιά του ρωμαίϊκη».
Τίς ίδιες απόψεις εξέφραζαν καί άλλα επιφανή στελέχη του Δημοτικισμού, όπως ο Αργύρης Εφταλιώτης, ο Αλέξανδρος Πάλλης και άλλοι, πολλοί από τούς οποίους ήσαν ομογενείς τής δυτικής διασποράς. Τίς θέσεις τών «ρωμαιοφρόνων» υπεστήριξαν μέ ζήλο καί ο Κωστής Παλαμάς, ο Πέτρος Βλαστός, ο Μένος Φιλήντας, ο Δημήτρης Γληνός καί άλλοι. Μάλιστα οι δύο τελευταίοι ετάχθησαν εις ανύποπτον χρόνον υπέρ τής εισαγωγής τού λατινικού αλφαβήτου εις την γλώσσα μας. Ο Μ. Φιλήντας έγραφε ήδη από τό 1929: «Prepi na grafoume me to latiniko alfavito …».
Ομως οι δημοτικισταί, χάριν τής αληθείας, δέν ήσαν όλοι αλλά ούτε καί οι μόνοι φορείς τής Ρωμιοσύνης, πού ούτως ή άλλως ως ιδεολογικό ρεύμα δέν απέκτησε ποτέ ευρύτερη λαϊκή βάση καί αποδοχή.

Μετά τόν Πόλεμο διαπρύσιος κήρυξ τής Ρωμιοσύνης, μέ έντονο ορθόδοξο προσανατολισμό, υπήρξε ο λογοτέχνης καί αγιογράφος Φώτης Κόντογλους, πού επηρέασε πολλούς από τούς επιγενομένους. Μεσολαβεί μία περίοδος υφέσεως, χωρίς πάντως τό ζήτημα νά φαίνεται εξαντλούμενον. Τά τελευταία χρόνια άρχισε πάλι νά επανέρχεται καί μάλιστα από ετεροκλήτους φορείς. Η ένταξις τής χώρας στήν ΕΟΚ καί τώρα στήν ΕΕ, προσέφερε ένα νέο πεδίον αναζητήσεων εις τους απανταχού «ρωμαιόφρονας». Πρίν λίγα χρόνια ο ομογενής Ιω. Ρωμανίδης (προφανώς επίκτητο όνομα), επανέφερε τό θέμα κάτω από ένα άλλο ευρύτερο πρίσμα, μέ τό βιβλίο του «Ρωμαιοσύνη» (Θεσσαλονίκη, 1975), πού σήμερα αποτελεί σημείον αναφοράς γιά πολλούς ομοϊδεάτας του. Κατ’ αυτόν, υπό τόν όρον «Ρωμαιοσύνη» νοείται ολόκληρος ο Ελληνορωμαϊκός Κόσμος, ιστορικό καί πολιτιστικό πλαίσιον εις τό οποίον οφείλει νά ενταχθή τό Εθνος. Μέ βαρύ όμως τίμημα: τήν θυσία τού εθνικού ονόματος …
Ακόμη η βυζαντινολόγος της Σορβόννης Ελένη Γλύκατζη-Ahrweiler, θά επιθυμούσε εμείς οι Νεοέλληνες νά χρησιμοποιούμε πιό συχνά τον εθνικό χαρακτηρισμό «Ρωμιοί» (Ρωμαίοι) αντί τού «Ελληνες».

Τέτοιες παράδοξες άν όχι εκτρωματικές απόψεις, είναι βέβαιον ότι θά πυκνώσουν στό προσεχές μέλλον, κυρίως υπό τήν επήρειαν ή καί τήν πίεσιν πού ασκεί η Ευρωπαική Ενωσις (ΕΕ). Ο κίνδυνος αφελληνισμού είναι μεγάλος καί ο κρυφός πόθος τών Κοινοτικών είναι η επιβολή τού λατινικού αλφαβήτου, καθώς θεωρούν τό ελληνικό αλφάβητο εμπόδιο στήν ευρωπαϊκή ολοκλήρωσιν. Η ανάγκη λοιπόν εθνικής εγρηγόρσεως είναι επιβεβλημένη.
Ο φόβος όμως μιάς αφομοιώσεως από τήν ευρωπαϊκή καί καθολική Δύσι, ώθησε μερικούς άλλους στό άλλο άκρο.
Από τίς αρχές τής δεκαετίας ’90 κάποιοι νοσταλγοί τής Ρωμιοσύνης καί τής Ορθοδοξίας κάνουν τήν παρουσία τους μέ οράματα τριτοκοσμικά καί μάλιστα αναμειγνύουν στίς αρχές τους τήν ιδέα της ελληνο-τουρκικής συνεννοήσεως μέ στόχο τήν συνομοσπονδία καί την παράλληλη απόρριψι τής Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Ενας εκ τών κυρίων εκφραστών τής νέας αυτής τάσεως, πού έχει όλα χαρακτηριστικά ενός ορθοδόξου φουνδαμενταλισμού, ανατρέχει στην «πονεμένη Ρωμιοσύνη, όπως μάς τήν έδωσε μέ τό έργο του ο Φώτης Κόντογλους» καί εν συνεχεία διατυπώνει τήν παράδοξη όσο και «μαζοχιστική» άποψη ότι η Ορθοδοξία είναι φορεύς μιάς κοσμοθεωρίας «πόνου, πάθους καί θανάτου». Θεωρεί ότι επί Τουρκοκρατίας η Ρωμιοσύνη εγνώρισε τήν καλλίτερη περίοδο, επειδή παρείχετο η δυνατότης στούς Ορθόδοξους Ρωμιούς, νά θανατώνωνται μαρτυρικά γιά τήν πίστι τους! Πιστεύει ακόμη ότι η Επανάστασις τού 1821 ήταν δημιούργημα φθόνου, πού έτρεφε προς αυτήν τήν προνομιούχο κατάσταση τής Ρωμιοσύνης η Δύσις καί ο Πάπας!
Εδώ βέβαια αναβιβάζεται εις υψίστην ιδεολογικήν αρχήν η εθελοδουλεία καί τό περιβόητο «σφάξε με αγά μου ν’ αγιάσω …».

Ο ίδιος διάκειται μέ άκραν εμπάθειαν πρός τήν κλασσικήν Ελλάδα τής αρχαιότητος, ενώ ο Αδαμ. Κοραής, πού αφύπνισε τήν ελληνική εθνική συνείδησι τό 1821, θεωρείται ο ….καταστροφεύς τής Ρωμιοσύνης.
Οπισθεν ολοταχώς λοιπόν πρός τήν Τουρκοκρατία, χάριν τού «πόνου, τού πάθους καί τού θανάτου» διά τήν Ορθοδοξίαν …!

Υπάρχει όμως καί συνέχεια.
Τήν έννοια τού Εθνους θεωρεί «φαντασίωση καί διαστροφή, …επειδή απομακρύνει τούς Ελληνες από τήν αίσθηση τού θανάτου γιά τόν Θεό τους!». Η ιδέα τής οικονομικής αναπτύξεως είναι φενάκη καί προβάλλεται η «εσκεμμένη οικονομική υπανάπτυξη τής χώρας».
Καί άλλα τέτοια διάστροφα καί εξαμβλωματικά.
Αλλά καί κάποιοι ευάριθμοι εκκλησιαστικοί λειτουργοί, προφανώς δέσμιοι ενός εώλου βυζαντινισμού, επιμένουν τώρα τελευταία στήν «ρωμεϊκότητα» τού Νέου Ελληνισμού καί θά ήθελαν τουλάχιστον εμείς οι Ελληνες νά μή ξεχνούμε ότι δέν παύομε νά είμαστε και Ρωμιοί. Τά φαινόμενα αυτά έχουν πληθυνθή προσφάτως καί οι ιδέες αυτές, πού ενθυμίζουν ολίγον Δημ. Καταρτζήν καί Αθανάσιον Πάριον, έχουν βρεί φιλόξενο βήμα στούς διαφόρους τηλεοπτικούς σταθμούς, διά τό αλλόκοτον τού πράγματος. Μερικοί από τούς ιερωμένους φορείς τής ιδέας είναι συγχρόνως και πανεπιστημιακοί διδάσκαλοι, ενώ συναφείς απόψεις εξέφρασε κατά καιρούς καί ο Γραμματεύς τής Ιεράς Συνόδου Ιω. Χατζηφώτης και μάλιστα μέ τό άρθρο του «Γιά τήν Ορθοδοξία καί τήν Ρωμιοσύνη».

Είναι όμως αυτονόητον ότι αυτοί οι ολίγοι πάντως εκπρόσωποι δέν απηχούν τίς θέσεις τής επισήμου Εκκλησίας τής Ελλάδος, όταν μάλιστα ο Ελληνοχριστιανικός Ανθρωπισμός υποτίθεται ότι αποτελεί σήμερα τήν κρατούσαν εθνικήν ιδεολογίαν.

Τό ζήτημα αυτό τών Ρωμιών καί τής Ρωμιοσύνης πρέπει κάποτε να αντιμετωπισθή οριστικώς καί τελεσιδίκως, διότι πέραν τής συγχύσεως πού δημιουργεί, ρίπτει σκιές στήν φυλετική μας ταυτότητα και στήν εθνική μας επάρκεια. Καί πρέπει νά λεχθή ότι ο Ρωμιός σε καμμία περίπτωσι δέν είναι συνώνυμος μέ τόν Ελληνα ιδίως σήμερα, ύστερα από σχεδόν 170 έτη ελευθέρου ελληνικού βίου.

Καί με τήν ευκαιρία αυτήν, πρέπει νά γίνη οριστικός διαχωρισμός μεταξύ Ρωμιοσύνης καί Ελληνισμού, διότι οι έννοιες δέν ταυτίζονται. Ρωμιοσύνη είναι τό Γένος εν δουλεία καί ο Ρωμιός είναι ραγιάς, ενώ η Ελλάς πού απετίναξε μέ αγώνες τήν στυγνή δουλεία, γράφει ήδη τήν ιστορία της, ως ελεύθερο καί επίλεκτο μέλος της κοινωνίας τών εθνών.
Εξ άλλου ο Ρωμιός ως έννοια σήμερα, έχει καταντήσει νά θεωρήται κακέκτυπον τού Ελληνος, συνώνυμο τής παθητικότητος, τής κακομοιριάς καί τής μιζέριας. Ελλην τής παρακμής.

Ο ελληνολάτρης Περικλής Γιαννόπουλος, αντικρούων τούς «ρωμαιόφρονας», έλεγεν ότι καί μόνη η χρήσις τού υβριστικού επιθέτου «Ρωμιός», αρκεί γιά νά δείξη τό μέγεθος τής καταπτώσεως τών Ελλήνων.
Επιτακτική ανάγκη λοιπόν γιά τό Εθνος, νά ξαναγίνη ο «Ρωμιός», Ελλην!
Ο Περ. Γιαννόπουλος ουδέποτε έπαυσε νά είναι επίκαιρος καί ο αφορισμός του αυτός, πρίν ένα περίπου αιώνα, αποτελεί καί σημερινό αίτημα τού Εθνους.

ΠΗΓΗ : Το Ελληνικό Γένος δια πυρός και σιδήρου

Το παλαιότερο” Γραικός “ γηραιός, ατλαντικά φύλα Βοιωτία
το μετατλαντικό “Ρωμιός” τρωικές υποφυλές, δούλος της Α και Β Ρώμης και Γ¨ Ρώμης κλπ
το νεότερο Πολίτης Οπλίτης “Έλλην”, Γαλαξιακά φύλα, δούλος και υπήκοος κανενός ,Λίθος Φωτός
ως εκ του Ηλίου Ζωοδότης Λαμπερό
ς

Αστραία